Please enable JS

«Αμίλητος καφές» του Μάριου Λεβέντη

Ο καφές που τονώνει κι εκτονώνει τα πρωινά της ζωής μας. Ο καφές που πάντα φτάνει στα χείλη μας αυστηρός και αμείλικτος. Γιατί από τότε που η διάθεσή μας έκοψε τη ζάχαρη, δεν γλυκαίνει εύκολα το κίνητρο. Γιατί και η ασωτία, με την  έστω περιττή κουταλιά στο φλιτζανάκι μας, ήταν ένας τρόπος να διώχνουμε  την πίκρα από κοντά μας. Μακάρι να γινόταν έτσι απλά. Μακάρι η ζωή μας που έχει καταπιεί φαρμάκι να γλύκαινε στο φτερό με τέτοιες αποφάσεις και μερακλίδικες υπερβολές. Μακάρι η ζωή μας να μην συνήθιζε το σκέτο, το αμίλητο, το αυστηρό, το πικραμένο, το αποστασιοποιημένο. Να έκανε έναν διακανονισμό με το έστω μέτριο, χωρίς να παρασύρεται από το κάκιστο που προσφέρουν καθημερινά οι καφεδομηχανές των εξελίξεων.

Μακάρι να μπορούσε να υπερασπιστεί το dolce vita της ανεμελιάς της που τώρα ξεψυχάει λίγο-λίγο στα χέρια μας. Στα χέρια που πιάνουν απ’ το αυτάκι την κούπα του αμίλητου καφέ τους και εντελώς αφελέστατα νομίζουν πως έτσι ξυπνάνε για τα καλά τα όνειρά τους. Όχι, βέβαια. Δεν ξυπνάνε τα όνειρά μας μ’ έναν αμίλητο καφέ. Είναι βαρύς ο ύπνος που μας έριξαν. Και το πέπλο της σκέτης ζωής μας είναι ακόμα βαρύτερο. Γουλιά τη γουλιά το μαθαίνουμε πώς ακόμα και το πώς πίνει κανείς τη ζωή του, δεν είναι πάντα επιλογή, αλλά σύμβαση μιας συγκρατημένης καθημερινότητας που έχει αποτραβηχτεί απ’ το καφενεδάκι των απολαύσεων.

Είναι πια τόσο δύσκολα τα πράγματα με τους ανθρώπους, με τις εποχές και τις συνθήκες, που αυτός ο κόσμος χόρτασε να καταπιέζεται. Χόρτασε να προσέχει μια ζωή την υγεία του για να μην πεθάνει άρρωστος και τελικά να πεθαίνει αμίλητος και “παθολογικά υγιής” μες στο πικρό και ολόσκετο σπίτι του.  Κι αφού ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας, αφού ο άνθρωπος δεν έχει λόγια πια, μιλάει μονάχα η γλώσσα τους σώματος με αυτοάνοσα σήματα Μορς για όλα τα “αχ” και τα “ωχ” που φωνάζουν βοήθεια στο ανοσοποιητικό του μυαλού μας.

Array