Πώς ξεκίνησε το ταξίδι σας στον χώρο της ηθοποιίας και της σκηνοθεσίας;
Το ταξίδι μου στον κόσμο της ηθοποιίας ξεκίνησε όταν ήμουν οχτώ ετών. Οι γονείς μου —στους οποίους είμαι βαθιά ευγνώμων— με έγραψαν στο θεατρικό εργαστήρι της Ξένιας Καλογεροπούλου, στο Θέατρο Πόρτα. Τα δέκα ολόκληρα χρόνια που ήμουν εκεί, με βασική δασκάλα την Πέγκυ Στεφανίδου —στην οποία επίσης οφείλω τόσα πολλά— και στη συνέχεια η φοίτησή μου στη Δραματική Σχολή “Αρχή” της Νέλλης Καρρά επιβεβαίωσαν πως το θέατρο δεν είναι απλώς ένας χώρος δημιουργίας· είναι ο κόσμος μέσα στον οποίο θέλω να υπάρχω, ο αέρας που θέλω να αναπνέω. Το ταξίδι μου στο χώρο της σκηνοθεσίας το οφείλω στο έργο του Σάμιουελ Μπέκετ «Όχι Εγώ» που ανεβάσαμε με την ομάδα Άρση-Θέση. Το μονόπρακτο αυτό με οδήγησε να «βουτήξω» στα βαθιά νερά της σκηνοθεσίας.
Ποια είναι η αισθητική ή φιλοσοφία που ακολουθείτε ως σκηνοθέτις;
Πάνω απ’ όλα, να ακούω ενεργητικά. Αυτό είναι για μένα το πιο βασικό. Να παραμένω ανοιχτή σε ιδέες, ακόμα κι αν δεν προέρχονται από εμένα — και συχνά, τα πιο φωτεινά πράγματα έρχονται από τους άλλους. Από την ομάδα που έχουμε δημιουργήσει. Πιστεύω βαθιά στην ελευθερία του κάθε συντελεστή και στη μοναδική του δημιουργική διαδικασία. Η φιλοσοφία μου, λοιπόν, βασίζεται στην ανταλλαγή: στο μοίρασμα της δημιουργικότητας και στον χώρο που αφήνουμε μεταξύ μας να γεννηθεί κάτι νέο — κάτι που κανείς δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει μόνος του.
Πώς είναι η σχέση σας με τους ηθοποιούς όταν είστε στη θέση της σκηνοθέτιδας;
Σίγουρα, η σχέση μου με τους υπόλοιπους ηθοποιούς αλλάζει όταν βρίσκομαι στη θέση της σκηνοθέτιδας. Είναι αναπόφευκτο. Προσπαθώ όμως —και συνεχίζω να προσπαθώ— να μην αποκτά αυτή η σχέση διαφορετική αξία ή ιεραρχία· να μην μπαίνει σε καλούπια εξουσίας. Να έχει απλώς διαφορετική οπτική. Ο ηθοποιός βλέπει τον κόσμο της παράστασης από μέσα, με την ψυχή και το σώμα του βυθισμένα στον ρόλο. Ο σκηνοθέτης, από την άλλη, χρειάζεται να αναπτύξει περιφερειακή αντίληψη — να βλέπει το σύνολο, τις σιωπές, τις βαθιές ή και κρυφές επιθυμίες, τις αναπνοές. Η μαγεία για μένα βρίσκεται στο να γεφυρώνονται αυτές οι δύο ματιές, χωρίς να επικαλύπτει η μία την άλλη.
Το «Όχι, εγώ» είναι ένα ιδιαίτερα απαιτητικό έργο, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε κατά την ερμηνεία και τη σκηνοθεσία αυτού του μονολόγου;
Νομίζω πως η μεγαλύτερη πρόκληση, ως ερμηνευτές, βρισκόταν στα αντίθετα που απαιτεί αυτό το έργο. Δηλαδή ο λόγος του Μπέκετ είναι μια ροή ασταμάτητης και ασυνείδητης- τις περισσότερες φορές- σκέψης γεμάτη με φόβο και άρνηση. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη σκοτεινή δίνη, έπρεπε να ανακαλύψουμε το φως: την τόλμη, το χιούμορ, τη συνειδητότητα. Να βρούμε το σώμα μέσα σε έναν σχεδόν ασώματο λόγο. Ως σκηνοθέτιδα, η πρόκληση ήταν να δημιουργήσω έναν κοινό χώρο — έναν χώρο που να χωρά τέσσερα στόματα, τέσσερα σώματα. Έναν χώρο συνύπαρξης, όπου το προσωπικό γίνεται συλλογικό, και ο μονόλογος αποκτά πολλαπλές φωνές.
Ο Μπέκετ είναι γνωστός για τη λιτότητα και τη φιλοσοφική του προσέγγιση. Πώς επιλέξατε να μεταφέρετε αυτή την ένταση και τον υπαρξιακό του λόγο στη σκηνική πράξη;
Επέλεξα τέσσερα στόματα και τέσσερα σώματα. Ο αριθμός δεν είναι τυχαίος — με δύο σώματα δημιουργείται ένα σχήμα, με τρία δύο σχήματα, αλλά με τέσσερα ανοίγεται η δυνατότητα για άπειρους συνδυασμούς. Με ενδιέφερε να μεταφέρω την ένταση του Μπέκετ όχι μόνο νοηματικά, αλλά και γεωμετρικά. Βασιστήκαμε πολύ στο ακίνητο σώμα, στην ένταση που φέρει η ακινησία, και δημιουργήσαμε μια σειρά από σχήματα. Παράλληλα, δουλέψαμε πάνω στη μουσικότητα του λόγου: στον ρυθμό, στις τονικότητες, στις παύσεις του. Έτσι προέκυψαν μελωδίες, παρτιτούρες και ένας διάλογος ανάμεσα μας. Όλα αυτά, χωρίς να προδώσουμε τη λιτότητα του έργου αλλά αναδεικνύοντας τη δυναμική που κρύβει η σιωπή, η ακινησία και η επανάληψη.
Τι στοιχείο του έργου σας άγγιξε προσωπικά περισσότερο;
Η δύναμη της παραδοχής. Αυτό ήταν που με άγγιξε περισσότερο.
Για μένα, θέλει τόλμη να μπορέσεις να μιλήσεις για τη ζωή σου, να σταθείς απέναντι από κάποιον άλλον και να καθρεφτίσεις τις πληγές σου, τα τραύματά σου και τις σιωπές σου. Το «Όχι Εγώ» δεν είναι απλώς ένας χείμαρρος λόγου είναι μια παρουσία στο κόσμο. Είναι μια συνειδητή διατύπωση «Είμαι ακόμα εδώ. Συνεχίζω να ζω.». Είναι μια κραυγή που δεν ζητά κατανόηση ούτε συμπόνια, ζητάει μόνο να ειπωθεί.
Πληροφορίες για την παράσταση:
Το Art and Press δημιουργήθηκε με σκοπό την πολιτική, πολιτιστική και πολύπλευρη ενημέρωση των πολιτών. Πίσω από τη λειτουργία του Art and Press υπάρχει μία ομάδα «ανήσυχων» ανθρώπων, που προέρχονται από διάφορους κοινωνικούς χώρους, στους οποίους προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν εθελοντικά όπου και όσο μπορούν. Η κοινή αγάπη των μελών της ομάδας μας για την πολιτική, τον πολιτισμό και γενικά την ενημέρωση, είναι η κινητήρια δύναμη για την παρακολούθηση, καταγραφή και παρουσίαση σε όλους εσάς, όσων συμβαίνουν. Δεν μας καθοδηγεί κανείς, δεν μας χρηματοδοτεί κανείς και ως εκ τούτου παραθέτουμε τα γεγονότα όπως ακριβώς λαμβάνουν χώρα. Η πορεία του Art and Press είναι συνεχόμενα και ραγδαία ανοδική όσον αφορά την προσέλκυση επισκεπτών / αναγνωστών τόσο στην κύρια ιστοσελίδα όσο και στο κανάλι του Youtube.