Please enable JS

Γιάννης Γκάντσιος

Όταν βρεθώ στη σκηνή, ανοίξουν τα φώτα & ακούσω τη πρώτη νότα, όλα τα ξεχνώ.

Πότε ήταν η στιγμή στη ζωή σου, που αποφάσισες ότι θα χορεύεις επαγγελματικά;

Όλα ξεκίνησαν από τη σχολή μπαλέτου της Έλενας Αγγέλοβα και Λαμπρινής Καλφοπούλου στη Δράμα. Μεταδόθηκε το μικρόβιο του χορού από τις δασκάλες μου καθώς και οι ίδιες ήταν πολύ αφοσιωμένες στη δουλειά τους και άθελα και μη σε έκαναν να αγαπάς αυτό που κάνεις. Αργότερα, γύρω στα 16 μου χρόνια, κατάλαβα ότι άρχισα να βλέπω τον χορό πιο επαγγελματικά και όχι μόνο σαν χόμπι. Οι γονείς μου εξ αρχής ήταν πολύ υποστηρικτικοί σε αυτή μου την επιλογή και για αυτόν τον λόγο ποτέ δε με πίεσαν να δώσω πανελλήνιες εξετάσεις στο σχολείο. Αν με ρωτήσετε τώρα είναι κάτι που ψιλομετανιώνω. Θα ήθελα να έχω κάτι σαν “back up” καθώς, όπως όλοι του χορού γνωρίζουμε, ξέρουμε ότι αυτό το επάγγελμα έχει σε μικρή σχετικά ηλικία ημερομηνία λήξης. 

Έχεις στο μυαλό σου, κάποιους χορογράφους, που θα ήθελες να  σε χορογραφήσουν; 

Έχω πολλούς ναι. Με τους περισσότερους βέβαια έχω ήδη συνεργαστεί και σίγουρα θα ήθελα πάλι όπως είναι οι Jiri Kylian, Ohad Naharin, Johan Inger, Diego Tortelli, Nacho Duato, Marco Goecke, Cayetano Soto, Edward Clug κ.ά. 

Έχω δει και κάποια έργα που έχουν χορογραφηθεί από τους Alexander Ekman, Paul Lightfoot, Sol Leon, Crystal Pite, Hofesh Shechter, Χρήστος Παπαδόπουλος, Marcos Morau, Sharon Eyal, William Forsythe, Imre & Marne Van Opstal που θέλω σίγουρα κάποια στιγμή στη καριέρα μου να αγγίξω. 

Τώρα που οι παραστάσεις ολοκληρώθηκαν, για ποιους λόγους πιστεύεις ότι θα έπρεπε το κοινό να έχει δει την παράσταση για τον Τσαϊκόφσκι; 

Αρχικά, η παραγωγή αυτή του Cayetano Soto ήταν μια από τις πιο απελευθερωτικές εμπειρίες επί σκηνής για εμένα. Αυτή η ιδιαίτερη κινησιολογία του, σε συνδυασμό με την θεατρικότητα, την υπέροχη μουσική, τα μαγευτικά κουστούμια και τους φανταστικούς συγχορευτές, μού προκαλούσε μία έντονη επιθυμία να δοκιμάσω αυτό το κάτι διαφορετικό που πάντα εμείς οι καλλιτέχνες αναζητούμε. Πέραν όλων των παραπάνω αναφορών, μέσα από το έργο αυτό για τη ζωή του Τσαϊκόφσκι, το κοινό αποκόμισε ακόμη βαθύτερα την εσωτερική του πάλη, τον διχασμό ανάμεσα στην πίεση της κοινωνίας και των προσωπικών του επιθυμιών. Μέσα από τις επιστολές του γνώρισαν τις σκέψεις του για τη μουσική και τις σχέσεις του αλλά και τους φόβους και τις αμφιβολίες για τον ίδιο του τον εαυτό. Σίγουρα όλοι αυτοί οι λόγοι να ήταν και η αιτία για να παρακολουθήσουν αυτήν την παράσταση όσοι την έχασαν.

Πόσα χρόνια είσαι στο Μπαλέτο της ΕΛΣ; Θες να μας μιλήσεις για την εμπειρία σου όλα αυτά τα χρόνια, καθώς οι παραστάσεις του Μπαλέτου της ΕΛΣ δεν περιορίζονται μόνο εντός των ελληνικών συνόρων, αλλά ταξιδεύουν και στο εξωτερικό;

Στο μπαλέτο της ΕΛΣ διανύω τον έβδομο μου χρόνο. Όλα αυτά τα χρόνια σίγουρα ήταν και πολύ δύσκολα αλλά και πολύ δημιουργικά. Συνεργάστηκα με χορογράφους που δε φανταζόμουν ότι θα μπορούσα να αντικρίσω, χόρεψα σε σκηνές σε Ελλάδα και εξωτερικό, ξεζούμισα ό,τι ρεπερτόριο μου έχει δοθεί να δουλέψω και γενικώς έχω δώσει τον καλύτερο μου εαυτό σε οτιδήποτε μου έχει παρατεθεί να χορέψω μέχρι στιγμής. Σίγουρα είναι ένας χώρος που παλεύεις κυρίως μόνος με τον εαυτό σου, πρέπει καθημερινά να κρατιέσαι σε φόρμα, να έχεις πίστη και επιμονή, να αγαπάς σίγουρα αυτό που κάνεις γιατί είναι ένα επάγγελμα το οποίο οφείλει να διαθέτεις “γερό στομάχι”. Μας δίνεται η ευκαιρία παρ’όλα αυτά να δείχνουμε τη δουλειά μας και εκτός ελληνικών συνόρων, κάτι το οποίο εκτίμουν πολύ οι χώρες που παρακολουθούν τις παραστάσεις μας. Έχουμε ταξιδέψει στο Κάιρο, στην Κύπρο, στην Ιταλία, σε πόλεις και νησιά της Ελλάδος, σε λίγες μέρες θα πάμε με την νέα μας παραγωγή “Χρυσή Εποχή” στη Σερβία και σύντομα θα ακολουθήσουν κι άλλες περιοδείες εντός και εκτός Ελλάδος. Σίγουρα όλο αυτό μας δίνει περισσότερο κίνητρο για δουλειά διότι με τις περιοδείες μας αυτές εκτός του ότι παρουσιάζουμε τη παράσταση μας, γνωρίζουμε και καινούργιους πολιτισμούς.

Μπορείς να φανταστείς τη ζωή σου χωρίς τον χορό;

Και ναι και όχι. Ξέρω βαθιά μέσα μου ότι αν άφηνα τον χορό για πάντα ίσως κάτι να μου έλειπε. Με πιάνω πολλές φορές βέβαια να θέλω να σταματήσω. Είναι η κούραση; Είναι ότι δεν αντέχω τη καθημερινότητα αυτή; Είναι ότι πρέπει να με βάζω καθημερινά σε μια διαδικασία αποδοχής του σωματικού πόνου; Είναι ότι δεν είμαι αρκετά δυνατός να αντέξω τα άσχημα αυτού του επαγγέλματος; Βρίσκομαι σε μια φάση της ζωής μου που αυτά τα εσωτερικά ερωτήματα δεν μου τα έχω απαντήσει ακόμα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι όταν βρεθώ στη σκηνή, ανοίξουν τα φώτα και ακούσω τη πρώτη νότα μουσικής, όλα αυτά τα ξεχνάω. Με ταξιδεύει ο χορός, με κάνει να ξεχνιέμαι και ίσως είναι αυτό που με κρατάει ακόμα. Βέβαια αν επέλεγα να έκανα κάτι άλλο στη ζωή μου δε ξέρω τι θα ήταν αυτό. Αν αφορούσε πάλι τον χορό σίγουρα θα επέλεγα να γινόμουν βοηθός χορογράφου. Μου αρέσει πολύ στη σκέψη και μόνο να προετοιμάζω τους χορευτές, να τους μαθαίνω τα βήματα όλα ένα προς ένα, να μπαίνω σε μια διαδικασία οργάνωσης και δημιουργίας στο σπίτι. Πω πω με τρελαίνει η ιδέα αυτή και μόνο που τα γράφω (χαχα).

Οι φωτογραφίες είναι από τους: Γιώργος Καλκανίδης, Βαλέρια Ισάεβα, Ανδρέας Σιμόπουλος και Γιάννης Αντώνογλου.

Array