Please enable JS

Ελένη Θυμιοπούλου

Η μεγαλύτερη αντίσταση που χρειάζεται να έχουμε είναι στην απώλεια της χαράς, της πίστης &της αγάπης.

Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία τα οποία κάνουν το κείμενο “Σ’ εσάς που με ακούτε” της Λούλας Αναγνωστάκη τόσο ζωντανό;

Το έργο “Σ’ εσάς που με ακούτε” γράφτηκε το 2001 και πρωτοπαίχτηκε το 2003 σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή. Έχω την υποψία ότι η Λούλα Αναγνωστάκη έγραφε αυτό το έργο κοιτώντας προς το μέλλον. Σαν να ήθελε να το αφήσει ως δώρο (καθώς ήταν και το τελευταίο της παρόλο που πέθανε πολλά χρόνια αργότερα) προς όλους εμάς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες και θεατές. Τώρα, το μέλλον για το οποίο έγραφε τότε είναι ήδη παρόν και το έργο μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Και θα είναι για πολύ καιρό ακόμα καθώς η ανθρωπότητα φαίνεται να διανύει ήδη σκοτεινούς και δυσοίωνους καιρούς. Πολεμικές συγκρούσεις, ρατσισμός, ξενοφοβία, οικονομική και κοινωνική κρίση, καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αστυνομική βία, πολιτική ασυδοσία, οικονομική εξαχρείωση των πολλών και συγκέντρωση του πλούτου στους λίγους είναι θέματα που η συγγραφέας θίγει ως προβλήματα του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου. Σ’ έναν κόσμο όπου δεν έχει θέση η αποτυχία, η αδυναμία, η έλλειψη στόχων και φιλοδοξιών. Σ’ έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει χρόνος για να μετράς τα άστρα, να κοιτάς το ταβάνι, να κάθεσαι στο πεζοδρόμιο και να χαζεύεις τους περαστικούς, όπως θα έλεγε και η Έλσα, ηρωίδα του “Σ’ εσάς που με ακούτε”. Οι “χαμένοι” και “αποτυχημένοι” της Γης λοιπόν θα πρέπει να εκτοπιστούν ή και να εξαφανιστούν καλύτερα, γιατί δεν υπάρχει χρόνος και χώρος πια γι’ αυτούς. Και μαζί τους ας εξαφανίσουμε και τη λύπη, την απογοήτευση, τη θλίψη, τον θυμό, την οργή, τη διεκδίκηση, την αντίσταση, την επανάσταση. Είναι όλα επιζήμια για τη νέα τάξη πραγμάτων που επιθυμεί να είμαστε προγραμματισμένοι και ελεγχόμενοι σε κάθε πτυχή της ζωής μας: προσωπική, επαγγελματική, κοινωνική, πολιτική. Έτσι είναι οι σπουδαίοι συγγραφείς και ποιητές. Βλέπουν πολύ πιο μπροστά από την εποχή τους. Και η Λούλα ανήκει σε αυτούς.

Για ποιους λόγους συνεργάστηκες με τον σκηνοθέτη Χρήστο Θεοδωρίδη;

Τον Χρήστο, τον θυμάμαι από τη Σχολή -έχουμε τελειώσει και οι δυο το Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ, όπως και η Ξένια Θεμελή, η χορογράφος και συνιδρύτρια της ομάδας Η ορχήστρα των μικρών πραγμάτων. Εγώ ήμουν στην αρχή των σπουδών μου όταν τα παιδιά σχεδόν αποφοιτούσαν. Γνωριστήκαμε εκ νέου και ουσιαστικά πλέον, πέρσι το καλοκαίρι στην ακρόαση που έκαναν για την παράσταση “Σ’ εσάς που με ακούτε” που θα σκηνοθετούσε ο Χρήστος για το ΚΘΒΕ. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά τόσο για τον Χρήστο όσο και για την Ξένια. Η συνεργασία μας επιβεβαίωσε πλήρως τον αρχικό ενθουσιασμό μου. Οι πρόβες μας ήταν από τις πιο αβίαστες, ουσιαστικές, αστείες και συγκινητικές της επαγγελματικής μου ζωής, γεμάτες σκέψη και συναισθήματα. Ο Χρήστος και η Ξένια με απόλυτη αποδοχή και εμπιστοσύνη προς όλους τους ηθοποιούς, μας έβαλαν στον κόσμο της Ορχήστρας των μικρών πραγμάτων όπου το τώρα είναι η κυρίαρχη έννοια. Έτσι ζήσαμε τόσες πολλές εκδοχές μίας και μόνο σκηνής ή και λέξης ακόμα. Δεν υπήρχε μέρα που να είπα πως δεν πήγε καλά η πρόβα γιατί ποτέ δεν υπήρχε ένας συγκεκριμένος, μακρινός στόχος τον οποίο θα έπρεπε να πετύχουμε αλλά το ζητούμενο ήταν να υπάρχουμε και να παίζουμε στο τώρα της κάθε μέρας και στιγμής. Οπότε εγγράφηκαν όλα όσα ζήσαμε στο συλλογικό ασυνείδητο της ομάδας και σε κάθε παράσταση τα κουβαλάμε μαζί μας.

Τι ιδιαίτερο έχει η δική σας παράσταση ώστε να έρθει κάποιος να τη δει;

Είχα ακούσει ένα πολύ ωραίο σχόλιο κάποια στιγμή από μια συνάδελφο που παρακολούθησε μια από τις τελευταίες πρόβες μας. “Η παράσταση είναι γραμμένη στα μάτια όλων σας”, μας είχε πει. Η αλήθεια είναι ότι νιώθω μέλος μιας ομάδας ανθρώπων που λέμε την ίδια ιστορία και μας απασχολούν πολύ κοινά θέματα όσον αφορά στην ύπαρξή μας ως πολίτες αυτής της χώρας. Και όταν η σκέψη μας συναντιέται με αυτήν του κοινού συμβαίνει κάτι το μαγικό. Αυτή η παράσταση, σε αυτή τη χρονική συγκυρία, έτσι όπως τα έφερε το σύμπαν, είναι ό,τι πιο επίκαιρο μπορείς να δεις, είναι θα τολμούσα να πω μια επαναστατική πράξη. Μετά το τέλος κάθε παράστασης ηθοποιοί και θεατές αισθανόμαστε λιγότερο μόνοι. Το έχω ακούσει από πολλούς ανθρώπους που την έχουν δει και το βιώνω κι εγώ προσωπικά έτσι. Δεν είναι και λίγο αυτό.

Μίλησέ μας για το δικό σου ρόλο.

Στην παράσταση είμαι η Μαρία. Επίτηδες αποφεύγω τον όρο παίζω ή υποδύομαι για τη συγκεκριμένη δουλειά. Είμαι λοιπόν μια Ελληνίδα που γεννήθηκε και έζησε όλη της τη ζωή στη Γερμανία. Είμαι παντρεμένη με τον 33 χρόνια μεγαλύτερό μου Χανς και ζούμε στο Βερολίνο. Τους τελευταίους μήνες νοικιάζουμε ένα δωμάτιο του σπιτιού μας στον φοιτητή Άγη και την κοπέλα του, τη Σοφία. Η ιστορία εκτυλίσσεται την ημέρα που έρχονται από την Ελλάδα η μητέρα της Σοφίας, ο αδερφός της και ο φίλος του για να την επισκεφθούν. Εκείνες τις ημέρες διοργανώνεται ένα μεγάλο φόρουμ κατά της παγκοσμιοποίησης στο οποίο βασικός ομιλητής είναι ο Άγης. Ένα μικρόφωνο είναι τοποθετημένο στο κέντρο του σαλονιού για όποιον θέλει να προβάρει το λόγο του.

Έχω αναλάβει τα τελευταία χρόνια τα πάντα όσον αφορά στη φροντίδα του σπιτιού και του συζύγου μου. Κοιμάμαι και ξυπνάω με το όνειρο να γυρίσω στην Ελλάδα και να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου εκεί, χωρίς να χρειάζεται να φροντίζω άλλο για κανένα. Νιώθω ξένη στη χώρα όπου ζω όλη μου τη ζωή και ζω με μια αίσθηση του προσωρινού έχοντας στο μυαλό μου την επιστροφή στην πατρίδα, που φαίνεται ωστόσο να αναβάλλεται συνεχώς. Μου αρέσει πολύ να χορεύω και να ακούω ελληνική μουσική.

Τι σκέφτεσαι όταν διαβάζεις τη φράση του Οδυσσέα Ελύτη “Το παν είναι η ρότα σου κόντρα στην κοινωνία ετούτη”;

Σκέφτομαι ότι θα επιθυμούσα μια κοινωνία στην οποία δεν θα χρειαζόταν να πηγαίνουμε συνεχώς κόντρα αλλά να πορευόμαστε παράλληλα, πάντα προς τα μπρος, χωρίς όμως αυτήν την ατελείωτη καθημερινή πάλη για τα αυτονόητα. Μέσα στις αμέτρητες ήττες μας, προσπαθώ να μετράω μικρές, καθημερινές νίκες: κατέβηκα στην πορεία, ένιωσα αγνή χαρά σε μια πρόβα, μίλησα ήρεμα στα παιδιά μου, το ´ριξα στη πλάκα αντί να θυμώσω με τη μάνα μου, εμπιστεύτηκα μια άγνωστη, υπερασπίστηκα κάποιον που δεν μπορούσε να το κάνει ο ίδιος για τον εαυτό του, συνεχίζω να κάνω όνειρα και να χαίρομαι. Η μεγαλύτερη αντίσταση που χρειάζεται να έχουμε είναι στην απώλεια της χαράς και της πίστης. Και φυσικά της αγάπης.

Πληροφορίες για την παράσταση:

Array