Please enable JS

Νατάσα Νταϊλιάνη

Ο καλλιτέχνης δεν τρέφεται με αέρα κοπανιστό ούτε κάνει το χόμπι του.

Μίλησέ μας για το κείμενο σου “Ξανά”.

Το κείμενο Ξανά είναι ένα πιο «δύσκολο» από άποψη ύφους και γλώσσας που έχω γράψει. Ο λόγος είναι πιο ποιητικός και αφαιρετικός σε σημεία, σαν μια αντίστιξη, σε μια προσπάθεια να απαλύνει την σκληρότητα και την αγριάδα των όσων εξομολογούνται οι δύο ήρωες. Οι δύο ήρωες του έργου, ένας άντρας και μια γυναίκα, μεταξύ 30 και 40, σε έναν απροσδιόριστο χώρο-χρόνο συναντιούνται για να πουν όσα δεν είχαν ειπωθεί όταν υπήρξαν ζευγάρι, εραστές, συνοδοιπόροι, να αναμετρηθούν με τον άλλον, τον εαυτό τους και τις πληγές τους. Ταυτόχρονα με την δική τους ιστορία καταπιάνονται και με ιστορίες αγάπης, χωρισμού και απώλειας προηγούμενων γενεών, ιστορίες που γνωρίζουν και τους έχουν στιγματίσει. Έτσι μπλέκονται ιστορίες και εμπειρίες 3 γενεών ουσιαστικά σε διάφορα κοινωνικό-ιστορικά πλαίσια. Είναι μια προσπάθεια συμφιλίωσης με το παρελθόν, μια προσπάθεια κατανόησης και κατάδειξης της αγριότητας και της ομορφιάς που εμπεριέχει η ίδια η ύπαρξή μας και ο έρωτας.Eίμαι ιδιαίτερα χαρούμενη γιατί παράλληλα με την πρεμιέρα της παράστασης εκδόθηκε και το έργο στην σειρά «Ελληνικά Θεατρικά Κείμενα» από τις εκδόσεις ΑΠΑΡΣΙΣ.

Για ποιους λόγους πιστεύεις ότι θα ήθελες να δούμε την παράσταση σου;

Νομίζω ότι πολλά από το θέματα που αγγίζονται μέσα από την ιστορία ενός ανεκπλήρωτου έρωτα αφορούν και άλλους, είναι από τα κείμενα που κανείς μπορεί να ταυτιστεί ή να αναγνωρίσει καταστάσεις και πιθανά να συνδεθεί αυθόρμητα. Επίσης ένα «δυνατό» σημείο της παράστασης θεωρώ ότι είναι ο χώρος που έχει επιλεγεί και κατά κοινή ομολογία έχει αξιοποιηθεί στο μέγιστο βαθμό, χωρίς να αλλοιωθεί ή να προστεθεί κάποιο ιδιαίτερο σκηνικό αντικείμενο. Ήταν η «γύμνια» του χώρου μου μπόρεσε να χωρέσει με ένα ιδιαίτερο τρόπο (τουλάχιστον για εμάς) αυτό το κείμενο και να το ταξιδέψει μέσα από εικόνες και οπτικοακουστικά τοπία που δημιουργήθηκαν. Αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, δεν μπορώ εύκολα να φανταστώ πιο ταιριαστό χώρο για το εγχείρημα αυτό κι έτσι θεωρώ ότι αξίζει να το δει κανείς εδώ στο χώρο του βιομηχανικού πάρκου ΠΛ.ΥΦ.Α στο Βοτανικό. Ένα ακόμη στοιχείο είναι το ίδιο το κείμενο, καθώς είναι ένα νέο θεατρικό έργο που ανεβαίνει για πρώτη φορά ως παραγωγή από την καλλιτεχνική ομάδα γκΑΡΤεν που επίσης συστάθηκε πρόσφατα, ενώ είμαστε από τα σχετικά πρώτα θεατρικά εγχειρήματα που φιλοξενούνται σε αυτό τον πραγματικά ιδιαίτερα χώρο στο βιομηχανικό πάρκο ΠΛ.ΥΦ.Α. Τέλος, είναι μια παράσταση που ανεβαίνει στον τρίτο πλέον χρόνο της πανδημίας (που όλο τελειώνει και δεν τελειώνει) και η καλλιτεχνική ανάγκη για μοίρασμα είναι ιδιαίτερα μεγάλη και επείγουσα θα έλεγα. Χρειαζόμαστε το κοινό να μοιραστούμε, να έρθουμε κοντά, να επικοινωνήσουμε και πάλι μέσα από τον μοναδικό μυσταγωγικό τρόπο του θεάτρου και των παραστατικών τεχνών γενικότερα. Θέλουμε επίσης να πιστεύουμε ότι και το εισιτήριό μας είναι προσιτό στους δύσκολους αυτούς καιρούς, είναι μια «χειροποίητη παράσταση» η οποία προτείνει μια αμεσότητα στην σχέση ηθοποιού- θεατή από την πρώτη στιγμή- όλα τα στάδια εκτελούνται από τους δύο ηθοποιούς- από την υποδοχή, την μετάβαση στο χώρο της παράστασης, τους φωτισμούς κτλ. ως μια συνειδητή σκηνοθετική επιλογή υπαγορευόμενη κι από την ιδιαιτερότητα του ίδιου του χώρου αλλά και των συνθηκών κάτω από τις οποίες καλούμαστε να δημιουργήσουμε και να υπάρξουμε ως μικρές ανεξάρτητες παραγωγές χωρίς ωστόσο να «φτωχαίνει» το εγχείρημα. Κάτι σαν off-off-off-off broadway παραγωγή αν επιτρέπονται οποιοιδήποτε παραλληλισμοί…

Τι σκέφτεσαι όταν διαβάζεις τη φράση του Φρήντριχ Νίτσε “Πρέπει να είσαι ο εαυτός σου και όχι αυτός που θέλουν οι άλλοι”; 
Σκέφτομαι ότι είναι κάτι που ακούγεται πολύ σωστό και πολύ δύσκολο ταυτόχρονα. Σκέφτομαι ότι αυτή μάλλον είναι μια σοβαρή πρόκληση στη ζωή του καθενός εάν θέλει να αγγίξει μια κάποια ευτυχία. Σκέφτομαι ότι η αφετηρία γι’ αυτό είναι πολύ διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο κι αυτό κάνει και την συνύπαρξη και την κατανόηση του άλλου τόσο τρομαχτικά επιτακτική και σημαντική αλλά και πολλές φορές επίπονη. Με πάει μοιραία στους ήρωες της παράστασης μας ΞΑΝΑ, οι οποίοι ακριβώς αυτό καταθέτουν, την πάλη διατήρησης της αυθεντικότητας της ύπαρξής τους, το να μείνουν πιστοί στον εαυτό τους, με κόστος μεγάλο φυσικά, ειδικά όταν το ηθικό-κοινωνικό-πολιτικό περιβάλλον στο οποίο υπάρχουν προστάζει κάτι άλλο. Να μην τους «κατασπαράξει» το άλλο, είτε αυτό γίνεται από αγάπη, έρωτα είτε από πιο ταπεινά αίτια. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο ΑΝΤΡΑΣ στο έργο: «…Για αν γίνω θεός πρέπει να σβηστώ. Εσύ δεν ψάχνεις τον θεό μου, τρυπώνεις στη γύμνια μου, νιώθεις οικεία εκεί χωρίς να ξέρεις το γιατί.»

Πως πιστεύεις ότι πρέπει να λειτουργήσει ο καλλιτεχνικός κόσμος μετά την πανδημία; Πρέπει να αλλάξει σκεπτικό;

Δεν νομίζω ότι η τέχνη μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από την ζωή και πως αυτή η κυλάει. Οτιδήποτε συμβαίνει στη ζωή αφήνει μοιραία και το αποτύπωμά της στην τέχνη, δεν γίνεται αλλιώς.

Πιο πρακτικά μιλώντας, αισθάνομαι ότι δεν υπάρχει μια συνολική απάντηση σε αυτό το ερώτημα, γιατί στον καλλιτεχνικό κόσμο όπως και σε όλους τους άλλους επαγγελματικούς χώρους και κόσμους υπάρχουν πολλοί μικρότεροι κόσμοι που συνυπάρχουν περισσότερο ή λιγότερο αρμονικά ή ειρηνικά. Για παράδειγμα, είναι βέβαιο ότι μια μικρή παραγωγή πλήττεται πολύ πιο σοβαρά μέσα από μια συνθήκη πανδημίας από ότι ένας μεγάλος οργανισμός που έχει εξασφαλίσει όλα τα μέσα και την προσέλευση του κόσμου. Η πανδημία έκανε αυτή την ανισότητα σε σχέση με τα μέσα και τους πόρους για δημιουργία ακόμη πιο έντονη και φανερή.

Είναι πολύ δύσκολο όταν ακυρώνονται παραστάσεις λόγω κρούσματος Covid, είναι πολύ δύσκολο όταν μεγάλος αριθμός ανθρώπων μένει μακριά από τα θέατρα αφού δεν πληροί τις προϋποθέσεις. Είναι επίσης πολύ δύσκολο να διατηρείς την αισιοδοξία του όταν γύρω σου επικρατεί φόβος και επιφυλακτικότητα κι όλα αυτά είναι εύλογα και κατανοητά.

Το θέατρο θα συνεχίζει να υπάρχει όπως και οι άλλες τέχνες, οι άνθρωποι που θα αντέξουν να ασχοληθούν και να επιβιώσουν θεωρώ ότι σίγουρα αξίζουν πολύ μεγαλύτερης έμπρακτης υποστήριξης, οικονομικής και όχι μόνο απ’ ό,τι έχουν αυτή τη στιγμή. Και ο καλλιτεχνικός κόσμος θα πρέπει να βρει το σθένος να συσπειρωθεί περισσότερο και να διεκδικήσει περισσότερα. Εκτός από τον καλλιτέχνη ίσως πρέπει να αλλάξει κι εν μέρει ο θεατής σκεπτικό, ο κριτής, τα μέσα προβολής καλλιτεχνικών δημιουργών και όλη η πρακτική της συντήρησης ως επί το πλείστο των ήδη γνωστών/επιτυχημένων συνήθως πιο «εμπορικών» σχημάτων.

Να μην εξαρτώνται όλα από το πόσο διαφήμιση αντέχεις να πληρώσεις ή από το πόσο προβεβλημένος είσαι. Είναι δύσκολη η επιβίωση σε αυτό τον χώρο για μικρότερα ανεξάρτητα εναλλακτικά εγχειρήματα και αισθάνομαι ότι πολλές φορές δεν γίνεται αρκετά σεβαστή αυτή η πτυχή του καλλιτέχνη. Δεν τρέφεται με αέρα κοπανιστό ούτε κάνει το χόμπι του όπως κάποιες φορές ακούω να λέγεται.

Πληροφορίες για την παράσταση ΞΑΝΆ στο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΠΛΕΚΤΗΡΙΑ – ΥΦΑΝΤΗΡΙΑ ΑΘΗΝΩΝ (ΠΛ.ΥΦ.Α) ΕΔΩ

Array