Please enable JS

Οι καλλιτέχνες κάνουν Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του ΠΔ85

Οι Ανώτερες Ιδιωτικές Δραματικές Σχολές της Ελλάδας στηρίζοντας τους αποφοίτους,
τους εργαζομένους και τους σπουδαστές τους, ύστερα από επαφές που είχαν όλο το
προηγούμενο διάστημα με εκπροσώπους των υπουργείων Πολιτισμού, Παιδείας,
Εργασίας και Εσωτερικών, συμμετέχουν στην 48ωρη απεργία που προκήρυξαν η
Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος και το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών
για 1&2 Φεβρουαρίου, ενώ έχουν ήδη καταθέσει προσφυγή στο Συμβούλιο της
Επικρατείας κατά του ΠΔ85/17.12.2022 μέσω του νομικού τους εκπροσώπου Καθηγητή
Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνο Λαζαράτο, ο οποίος σήμερα δίνει στη δημοσιότητα
ολόκληρο το δικόγραφο της προσφυγής το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ και το
οποίο εστιάζει στα ακόλουθα σημεία:
«Κατετέθη η με αρ. καταθ. Ε271/24.01.2023 αίτηση ακυρώσεως 18 Ανωτέρων Ιδιωτικών
Σχολών Δραματικής Τέχνης, μιας σπουδάστριας και ενός αποφοίτου (συνολικώς 20
αιτούντες) κατά του προεδρικού διατάγματος 85/2022 κατά το μέρος αυτού που κατατάσσει
τους αποφοίτους των Σχολών αυτών, ηθοποιούς, στην κατηγορία ΔΕ, με προσόντα ίσα, προς
πρόσληψη στο Δημόσιο, με τον απόφοιτο Λυκείου ή τον διαθέτοντα, απλή μεταλυκειακή, μη-
ανώτερη εκπαίδευση.
Ο βασικός λόγος ακυρώσεως του προδήλως αντισυνταγματικού προεδρικού διατάγματος
βασίζεται στην αντίθεση αυτού προς το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος. Σύμφωνα με τη
ρητή αυτή διάταξη του Συντάγματος, οι δραματικές σχολές παρέχουν ανώτερη εκπαίδευση,
την οποία εγγυάται η αυστηρή κρατική εποπτεία στην οποία κατά νόμο υπάγονται και την
οποία πιστοποιεί ειδικά για αυτές το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1158/1981. Από τη συνταγματική
αυτή διάταξη συνάγεται ότι τα επαγγελματικά δικαιώματα των ηθοποιών, είτε στον ιδιωτικό,
είτε στον δημόσιο τομέα είναι υποχρεωτικώς εκ του Συντάγματος περισσότερα από αυτά
των αποφοίτων Λυκείου ή κάθε άλλης μορφής μεταλυκειακής εκπαιδεύσεως, που δεν έχει
ανάλογη συνταγματική κατοχύρωση.
Το γεγονός ότι τα ΤΕΙ ανήκουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση δεν επηρέαζε και δεν επηρεάζει
σε τίποτα τον χαρακτηρισμό των Δραματικών Σχολών ως Ανωτέρων, ούτε θίγει τα αυξημένα
εκ του Ελληνικού Συντάγματος επαγγελματικά δικαιώματα των ηθοποιών. Ουδείς απόφοιτος
Δραματικής Σχολής οποτεδήποτε και αν έλαβε, λαμβάνει ή θα λάβει τον σχετικό απολυτήριο
τίτλο του, έχει ποτέ στερηθεί την ιδιότητά του ως αποφοίτου «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» με
τα σχετικά αυξημένα επαγγελματικά δικαιώματα.
Το προσβαλλόμενο προεδρικό διάταγμα παραβιάζοντας τις θεμελιώδεις αυτές αρχές θα
καταστεί ανεφάρμοστο αμέσως μόλις ακυρωθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, εκτός αν
νωρίτερα καταργηθεί, όπως είναι το ορθό, από τη Διοίκηση. Με το δικόγραφο ζητείται η
εισαγωγή της υποθέσεως στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας λόγω μείζονος
σπουδαιότητος.»

Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2023
Πάνος Λαζαράτος
Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

με αίτημα εισαγωγής της υποθέσεως στην Ολομέλεια λόγω μείζονος σπουδαιότητας

ΑΙΤΗΣΗ

  1. Του Μιχαήλ-Θεόδωρου Καλαμπόκη του Θεοδώρου, που διατηρεί την Ανώτερη

Ιδιωτική Σχολή Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Αθηναϊκή Σκηνή Κάλβου-
Καλαμπόκη», η οποία λειτουργεί ως ατομική επιχείρηση, οδός Τζιραίων 13, Αθήνα,

ΑΦΜ 066827964, ΔΟΥ Α’ Αθηνών, mk0078@hotmail.com.

  1. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Νέο Ελληνικό
    Θέατρο», που λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Σπυρίδωνος
    Τρικούπη 34, Αθήνα, ΑΦΜ 090295200, ΔΟΥ Δ ́ Αθηνών, info@armenis.gr, και
    εκπροσωπείται νόμιμα.
  2. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Οργανισμός
    Θεατρικής Κίνησης» και διακριτικό τίτλο: «Αρχή», η οποία λειτουργεί ως αστική μη
    κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Μιχαήλ Βόδα 13, Αθήνα, Α.Φ.Μ. 090106755, ΔΟΥ Α’
    Αθηνών, arhi.karra@gmail.com, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  3. Της Ανώτερης Ιδωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Καλλιτεχνική,
    Μορφωτική και Πολιτιστική Εταιρεία Βεάκη», η οποία λειτουργεί ως αστική μη
    κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Εκφαντίδου 33, Αθήνα, Α.Φ.Μ. 090106939 ΔΟΥ ΙΓ’
    Αθηνών, payiaveaki@yahoo.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  4. Της Δήμητρας Χατούπη του Ανδρέα, που διατηρεί την Ανώτερη Ιδιωτική Σχολή
    Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης
    Δήμητρας Χατούπη – «δήλος», η οποία λειτουργεί ως ατομική επιχείρηση, οδός
    Ελευσινίων 11, Αθήνα, ΑΦΜ 025457968, ΔΟΥ Α ́ Αθηνών, contact@dilos.gr.
  5. Της Βασιλικής Αργέντη, που διατηρεί την Ανώτερη Ιδιωτική Σχολή Δραματικής
    Τέχνης με την επωνυμία: «Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης “Έκτη Τέχνη”», η
    οποία λειτουργεί ως ατομική επιχείρηση, οδός Δαμασκηνού 80 και Ζεφύρου 1,
    Περιστέρι, ΑΦΜ 126569330, ΔΟΥ Περιστερίου, vasilikiargenti@yahoo.gr.
  6. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Ελληνική
    Εταιρεία Θεάτρου ΑΕΠΕ» και τον διακριτικό τίτλο: «Θέατρο Τέχνης Καρόλου
    Κουν», η οποία λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία περιορισμένης

2

ευθύνης, οδός Ιπποκράτους 70, Αθήνα, ΑΦΜ 090047450, ΔΟΥ Α ́ Αθηνών,
edu@theatro-technis.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.

  1. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Δραματική
    Σχολή Αθηνών Γιώργου Θεοδοσιάδη», η οποία λειτουργεί ως αστική μη
    κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Γ’ Σεπτεμβρίου 63, Αθήνα, Α.Φ.Μ. 090099968 ΔΟΥ Δ’
    Αθηνών, dikomn@gmail.com, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  2. Της Ελευθερίας Πανοπούλου του Νικολάου, που διατηρεί Ανώτερη Ιδιωτική Σχολή
    Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Μέλισσα Σχολή Τέχνης της Έλντας
    Πανοπούλου», η οποία λειτουργεί ως ατομική επιχείρηση, οδός Ψηλορείτου 6,
    Καλλιθέα, ΑΦΜ 025356309, ΔΟΥ Α’ Καλλιθέας, info@melissaartschool.gr.
  3. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Μοντέρνοι
    Καιροί – Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο:
    «Μοντέρνοι Καιροί», η οποία λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, οδός
    Δαμοκλέους 8, Κεραμεικός, ΑΦΜ 999375443, ΔΟΥ Α’ Αθηνών,
    modernoikairoi@hotmail.com , και εκπροσωπείται νόμιμα.
  4. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Ανώτερη
    Ιδιωτική Σχολή Δραματικής Τέχνης Νότος ΙΚΕ», η οποία λειτουργεί ως ιδιωτική
    κεφαλαιουχική εταιρεία, οδός Εφόδου 3, Ηράκλειο, Α.Φ.Μ. 800806821, ΔΟΥ
    Ηρακλείου, info@dramatikinotos.edu.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  5. Της Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Πειραϊκός
    Σύνδεσμος», η οποία λειτουργεί ως σωματείο του Αστικού Κώδικα, οδός Καραΐσκου
    104, Πειραιάς, info@peiraikos.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  6. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Εταιρεία
    Θεάτρου Πράξη Επτά» και τον διακριτικό τίτλο: «Πράξη Επτά», η οποία λειτουργεί
    ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Βαλτετσίου 51, Αθήνα, Α.Φ.Μ. 998621821
    ΔΟΥ Δ’ Αθηνών, info@praxiepta.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  7. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Η Πρόβα –
    Αστική Πολιτιστική Εταιρεία Θεάτρου Μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα» και τον
    διακριτικό τίτλο «Η Πρόβα», η οποία λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική
    εταιρεία, οδός Ηπείρου 39, Αθήνα, και Α.Φ.Μ. 997379386 ΔΟΥ Α’ Αθηνών,
    info@prova.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.

3

  1. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Καλλιτεχνική
    Εταιρεία Προσκήνιο Γ. Ροντίδης», η οποία λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική
    εταιρεία, οδός Αριστοτέλους 23, Θεσσαλονίκη, Α.Φ.Μ. 090146360 ΔΟΥ Ε’
    Θεσσαλονίκης, info@rontidis.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  2. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Δ. Δερπάνης
    – Ε. Δερπάνη Ο.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «Δ. Δερπάνης Τεχνών Εκατό», η οποία
    λειτουργεί ως ομόρρυθμη εταιρεία, οδός Ακαδημίας 98-100, Αθήνα, ΑΦΜ 801323612,
    ΔΟΥ Α ́ Αθηνών, info@texnon100.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  3. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Μουσικός
    και Δραματικός Σύλλογος – Ωδείον Αθηνών – 1871» και τον διακριτικό τίτλο: «Ωδείο
    Αθηνών», το οποίο λειτουργεί ως σωματείο του Αστικού Κώδικα, οδός Βασιλέως
    Γεωργίου Β ́ 17-19, Αθήνα, ΑΦΜ 090011060, ΔΟΥ Δ ́ Αθηνών,
    info@athensconservatoire.gr, και εκπροσωπείται νόμιμα.
  4. Της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης με την επωνυμία: «Αστική Μη
    Κερδοσκοπική Εταιρεία – Καλλιτεχνικός Οργανισμός Ανδρέας Βουτσινάς» και
    διακριτικό τίτλο: «Σύγχρονο Θέατρο – Ανδρέας Βουτσινάς», η οποία λειτουργεί ως
    αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, οδός Λέοντος Σοφού 18, Θεσσαλονίκη, Α.Φ.Μ.
    998674003 ΔΟΥ Α’ Θεσσαλονίκης, dramavoutsinas@gmail.com, και εκπροσωπείται
    νόμιμα.
  5. Της Δανάης Μαρκαντώνη του Κυριάκου, σπουδάστριας της Ανώτερης Ιδιωτικής
    Σχολής Δραματικής Τέχνης «Καλλιτεχνική, Μορφωτική και Πολιτιστική Εταιρεία
    Βεάκη», κατοίκου Γλυφάδας.
  6. Του Σπυρίδωνος Πουλή, αποφοίτου της Ανώτερης Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής
    Τέχνης «Δραματική Σχολή Αθηνών Γιώργου Θεοδοσιάδη», κατοίκου Ελληνικού.

ΚΑΤΑ

Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από την Υπουργό Παιδείας και
Θρησκευμάτων, τον Υπουργό Εσωτερικών και τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών,
οι οποίοι προσυπογράφουν το προσβαλλόμενο Διάταγμα και άπαντες κατοικοεδρεύουν
στην Αθήνα.

4

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ

Του Προεδρικού Διατάγματος με αριθ. 85/2022 (ΦΕΚ 232/τ. Α ́/17-12-2022), κατά το
μέρος που αφορά στα άρθρα 4 και 5 αυτού και στη θέσπιση των Ειδικοτήτων 6. ΔΕ
Ηθοποιών και 7. ΔΕ Θεάτρου του Κλάδου 4. ΔΕ Καλλιτεχνικών Επαγγελμάτων του Γ.
Τομέα Εφαρμοσμένων και Καλών Τεχνών του Πίνακα 3: Κατηγορία Δευτεροβάθμιας
Εκπαιδεύσεως ΔΕ του Παραρτήματος Α ́: Προσοντολόγιο – Κλαδολόγιο (σελ. 7608).

Ι. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΙΘΕΜΕΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ

  1. Παραβίαση του άρθρου 16 παράγραφος 7 του Συντάγματος – Παρανόμως το
    προσβαλλόμενο Διάταγμα υπήγαγε τους αποφοίτους των ιδιωτικών Ανωτέρων
    Δραματικών Σχολών στην κατηγορία ΔΕ και όχι σε κατηγορία που να αντιστοιχεί στην
    «Ανωτέρα Εκπαίδευση» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.
  2. Παραβίαση της αρχής της ισότητας (4 παρ. 1 Συντ.), της αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5
    παρ. 1 Συντ.), και δη υπό την έκφανση της ισότητας ως προς τη σταδιοδρομία στο
    Δημόσιο κατά τον λόγο της προσωπικής αξίας και ικανότητας του καθενός – Το
    προσβαλλόμενο διάταγμα αντιμετωπίζει ως «όμοιες» περιστάσεις που είναι καθ’ όλα
    «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων.
  3. Αντίθεση του προσβαλλομένου Διατάγματος στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και
    συγκεκριμένα στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων (άρθρο 45 ΣΛΕΕ), στην
    ελευθερία εγκαταστάσεως (άρθρο 49 ΣΛΕΕ) και στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του
    Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με
    την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, καθώς και του Ευρωπαϊκού Χάρτη
    Εκπαιδεύσεως.

ΙΙ. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Α. Ο χαρακτήρας των Ανωτέρων Δημόσιων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών
ως σχολών «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 7 του
Συντάγματος.

  1. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 7 του Συντάγματος του 1975:

5

«7. H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με
σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται
ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις
σχολές αυτές.».

  1. Κατ’ εφαρμογή της εν λόγω συνταγματικής ρυθμίσεως, με το άρθρο 27 ν. 576/1977
    ιδρύθηκαν τα λεγόμενα «Κέντρα Ανωτέρας Τεχνικής και Επαγγελματικής
    Εκπαιδεύσεως» (Κ.Α.Τ.Ε.Ε.). Τα Κ.Α.Τ.Ε.Ε. καταργήθηκαν με το άρθρο 35 παρ. 1 ν.
    1404/1983 και αντικαταστάθηκαν από τα ιδρυθέντα με τον ίδιο νόμο Τεχνολογικά
    Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.). Πράγματι τα (πρώην) Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και (αργότερα) Τ.Ε.Ι.
    αποτελούσαν την πλειονότητα των σχολών της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του άρθρου
    16 παρ. 7 του Συντάγματος1.
    Ωστόσο, ουδέποτε τα (πρώην) Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και (αργότερα) Τ.Ε.Ι. αποτέλεσαν τη μόνη
    κατηγορία σχολών της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του
    Συντάγματος.
  2. Εξίσου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., ιδίως για την Καλλιτεχνική
    Εκπαίδευση ως μορφή «ειδικής εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια της συνταγματικής
    διατάξεως, εκδόθηκε ο ν. 1158/1981 «Περί οργανώσεως και διοικήσεως σχολών Ανωτέρας
    Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως, Κρατικού Βραβείου Θεάτρου και καταργήσεως Αδείας
    Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού».
    Βάσει της ειδικής εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 11 παρ. 3 ν. 1158/1981, ειδικά
    για τις Ανωτέρες Ιδιωτικές Δραματικές Σχολές, εκδόθηκε το ΠΔ 370/1983 με τίτλο:
    «Κανονισμός Οργάνωσης και Λειτουργίας Ανωτέρων Σχολών Δραματικής Τέχνης
    (Τμήματα Υποκριτικής)». Αναφορικά με τις Ανώτερες Δημόσιες Δραματικές Σχολές,
    εκδόθηκε το ΠΔ 336/1989 με τίτλο: «Οργανισμός Λειτουργίας Ανωτέρων Σχολών
    Δραματικής Τέχνης Εθνικού Θεάτρου και Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος».

1 Εκτός από τον όρο της «Ανωτέρας» εκπαιδεύσεως, που αποτελεί αυτοτελή συνταγματικό – νομικό όρο
λόγω του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., οι εν λόγω σχολές χαρακτηρίζονταν, επίσης, ως ανήκουσες στην
«τριτοβάθμια» εκπαίδευση (βλ. ενδεικτικά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1404/1983 περί της καταργήσεως των
Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και της ιδρύσεως των Τ.Ε.Ι.). Η ratio αυτής της επιλογής είναι προφανής: το να είναι σαφές ότι
τα εν λόγω ιδρύματα, αν και μη ανήκοντα στην «Ανώτατη» εκπαίδευση, αποτελούν μορφή «Τριτοβάθμιας»
Εκπαιδεύσεως και κείνται πέραν και ανώτερα της μέσης ή δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως. Δέον αναφερθεί,
όμως, ότι η αναφορά αυτή τίθεται στον νόμο εκ περισσού: η χρήση και μόνο του συνταγματικού όρου
«Ανωτέρα» είναι υπέρ-αρκετή.

6

  1. Κατά τη ρητή και απερίφραστη διατύπωση του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 1158/1981:
    «Η Ανωτέρα Καλλιτεχνική Εκπαίδευσις ανήκει εις την τρίτην βαθμίδα εκπαιδεύσεως,
    παρέχεται δε εις τας Ανωτέρας Δημοσίας και Ιδιωτικάς Σχολάς Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως.».
    Περαιτέρω, στο ΠΔ 370/1983 ρυθμίζονται ειδικά θέματα περί της οργανώσεως και
    λειτουργίας των Ανωτέρων Ιδιωτικών Σχολών Δραματικής Τέχνης και στο ΠΔ 336/1989
    τα περί της οργανώσεως και λειτουργίας των Ανωτέρων Δημοσίων Σχολών Δραματικής
    Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
    Συνεπώς, οι Ανώτερες Δημόσιες και Ιδιωτικές Σχολές Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως, στις
    οποίες ανήκουν και οι αιτούσες ιδιωτικές Ανώτερες Δραματικές Σχολές, αποτελούσαν και
    συνεχίζουν να αποτελούν τμήμα της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια του
    άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος.
  2. Άλλωστε, καμία διάταξη νόμου δεν προβλέπει ότι το καθεστώς των Ανωτέρων
    Δημόσιων και Ιδιωτικών Σχολών Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως του ν. 1158/1981
    συνάπτεται – θετικά ή αρνητικά – με το καθεστώς των Κ.Α.Τ.Ε.Ε. (που λειτουργούσαν
    κατά τον χρόνο θέσπισης του ν. 1158/1981) ή μετέπειτα των Τ.Ε.Ι. (που ιδρύθηκαν δυο
    έτη αργότερα). Ούτε φυσικά τούτο συνάγεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από την ερμηνεία
    του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.
  3. Οι παραπάνω επισημάνσεις είναι κρίσιμες προκειμένου να αναδειχθούν τυχόν
    «παρανοήσεις» που γεννήθηκαν και επηρέασαν τη στάση της Πολιτείας έναντι των
    αποφοίτων των Ανωτέρων Καλλιτεχνικών Σχολών, και δη των Δραματικών.
  4. Με το άρθρο 1 του ν. 2916/2001, τα Τ.Ε.Ι., που μέχρι τότε λειτουργούσαν ως σχολές
    «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος, επανιδρύθηκαν και
    εντάχθηκαν στην «Ανώτατη Εκπαίδευση», με ανάλογη αύξηση της διάρκειας φοιτήσεως
    σε αυτά από τα τρία (3) στα τέσσερα (4) έτη. Δέον να επισημανθεί ότι η ως άνω
    «ανωτατοποίηση» των Τ.Ε.Ι. δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι «εξομοίωσε» πλήρως την
    «Ανωτέρα» Εκπαίδευση προς την «Ανώτατη» (πρβλ. ΣτΕ 4880/2012).
    Συνέπεια του ν. 2916/2001 δεν ήταν παρά η μετατροπή ενός σημαντικού τμήματος της
    «Ανωτέρας» Εκπαιδεύσεως σε «Ανώτατη», χωρίς όμως να θιχτεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο
    το καθεστώς των λοιπών υφισταμένων κατ’ εκείνο τον χρόνο Σχολών της Ανωτέρας
    Εκπαιδεύσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.

7

  1. Πράγματι, μέχρι τις 10.6.2003, ημερομηνία κατά την οποία ολοκληρώθηκε η
    κατάρτιση των προγραμμάτων σπουδών και επήλθε η ένταξη των Τ.Ε.Ι. στην «Ανώτατη
    Εκπαίδευση», αμφότερα τα Τ.Ε.Ι. και οι Ανώτερες Δημόσιες και Ιδιωτικές Καλλιτεχνικές
    Σχολές ανήκαν στην «Ανωτέρα Εκπαίδευση» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. ως σχολές
    «επαγγελματικής και κάθε άλλης ειδικής εκπαιδεύσεως».
    Από τις 10.6.2003 και εντεύθεν, τα Τ.Ε.Ι. ανήκαν και ανήκουν (όντας πλέον και κατ’
    όνομα Α.Ε.Ι.)2 στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Ωστόσο, οι Ανώτερες Δημόσιες και Ιδιωτικές
    Καλλιτεχνικές Σχολές παραμένουν, και πέραν της 10ης.6.2003, τμήμα της «Ανωτέρας
    Εκπαιδεύσεως» και ουδόλως έχει καταργηθεί, ανατραπεί ή υποβαθμισθεί ο εν λόγω
    χαρακτήρας τους.
  2. Ωστόσο, η παραπάνω σαφής νομική κατάσταση παρερμηνεύθηκε από την Πολιτεία,
    συσκοτίζοντας το όλο πλαίσιο του καθεστώτος και των επαγγελματικών δικαιωμάτων
    των αποφοίτων των Ανώτερων Δημόσιων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών.
    Ειδικότερα:
    (α) Μέχρι και τις 10.6.2003, το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (εφεξής: Ι.Τ.Ε.)
    πιστοποιούσε ότι τα πτυχία των Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών
    Σχολών, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών Ανωτέρων Δραματικών Σχολών, είναι
    ισότιμα προς τα πτυχία των Τ.Ε.Ι., που τότε αποτελούσαν τμήμα της «Ανωτέρας
    Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος3.
    (β) Μετά δεκατέσσερα έτη, με τη διάταξη του άρθρου 79 ν. 4481/2017 και την κατ’
    εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα ΚΥΑ ΥΠΠΟΑ/ΑΤΝΕΚΕ/374216/1287 (ΦΕΚ Β ́ 3196/2-
    8-1018) προβλέφθηκε ότι οι τίτλοι σπουδών που χορηγήθηκαν από Ανώτερες Δημόσιες
    και Ιδιωτικές Σχολές Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως, εφόσον οι τίτλοι αυτοί αποκτήθηκαν,
    σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1158/1981, έως την ημερομηνία έναρξης του ν.

2 Η συγχώνευση των Τ.Ε.Ι. σε υπάρχοντα ή ιδρυόμενα Α.Ε.Ι. έλαβε χώρα δυνάμει του ν. 4610/2019 με τίτλο:
«Συνέργειες Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι., πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πειραματικά σχολεία,
Γενικά Αρχεία του Κράτους και λοιπές διατάξεις.» (ΦΕΚ Α’ 70/07.05.2019)
3 Σε κάθε περίπτωση, η πιστοποίηση αυτή, είτε ως πιστοποίηση ισοτιμίας προς πτυχία Τ.Ε.Ι., είτε ως
πιστοποίηση των χαρακτηριστικών του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., δεν συνιστά προϋπόθεση άμεσης
εφαρμογής της συνταγματικής διατάξεως, δεδομένου ότι τα νομοθετικά στοιχεία κρατικής εποπτείας, όπως
αναφέρονται στη συνέχεια του δικογράφου (σελ. 18 επ.) υπεραρκούν για την εφαρμογή της συνταγματικής
διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. υπέρ των αιτούντων.

8

3149/2003, θεωρούνται ισότιμοι προς τους τίτλους σπουδών που χορηγούσαν έως τις
10.6.2003 τα Τ.Ε.Ι. χωρίς αντιστοιχία προς υπάρχουσες κατά το κρίσιμο χρονικό
διάστημα ειδικότητες των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Αρμόδιος για την
αναγνώριση της ισοτίμιας ορίστηκε ο Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων
και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.).

  1. Οι ως άνω ρυθμίσεις, παλαιότερη και μεταβατική του 2017, βασίζονται σε μια προ-
    ερμηνευτική «παρανόηση», η οποία διαιωνίζεται, με απόληξη και το προσβαλλόμενο

Διάταγμα, ως ακολούθως:
Αγνοήθηκε ότι τα Τ.Ε.Ι. (πρώην Κ.Α.Τ.Ε.Ε.) ήδη αποτελούσαν – ισότιμα προς τις
Ανώτερες Δημόσιες και Ιδιωτικές Καλλιτεχνικές Σχολές – τμήμα της «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. έως τις 10.6.2003 (βλ. ανωτέρω παράγραφο
8).
Κατ’ ακολουθία, θεσπίστηκε διαδικασία «αναγνωρίσεως της ισοτιμίας» προς τίτλο
«Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.» (πτυχίο Τ.Ε.Ι. κτηθέν έως τις
10.6.2003) για τα πτυχία των Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών,
τα οποία, όμως, αποτελούσαν ήδη τίτλους «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» (!). Οι
απόφοιτοι, δηλαδή, των Ανώτερων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών,
συμπεριλαμβανομένων των αποφοίτων των ιδιωτικών Ανωτέρων Δραματικών Σχολών,
έπαυσαν – εσφαλμένα και κατά παρανόηση – να θεωρούνται κάτοχοι τίτλων «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος. Έπαυσαν, όμως, αποκλειστικά
και μόνο στην αντίληψη της Διοικήσεως, ουδέποτε έπαυσαν κατά τον νόμο (ν.1158/1981)
και το Σύνταγμα (άρθρο 16 παρ. 7 Συντ.).
Δηλαδή, ανεξαρτήτως του σε κάθε περίπτωση αυθαιρέτου χρονικού σημείου της
10ης.6.2003, ουδείς απόφοιτος Ανωτέρας Δημόσιας ή Ιδιωτικής Καλλιτεχνικής Σχολής
έχει στερηθεί την ιδιότητά του ως απόφοιτος «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως», οποτεδήποτε
και αν έλαβε, λαμβάνει ή θα λάβει τον σχετικό απολυτήριο τίτλο του (λ.χ. πτυχίο
Ανωτέρας Δραματικής Σχολής).

9

Β. Το προσβαλλόμενο Διάταγμα ως απόληξη της αγνοήσεως του χαρακτήρα των
Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών ως σχολών «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.

  1. Η ανωτέρω «σύγχυση» περί του καθεστώτος των σχολών «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως»
    εν γένει, και δη των Ανωτέρων Δημόσιων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών,
    επιτάθηκε από την αδράνεια της Πολιτείας να προσαρμόσει, με ορθολογικό και σύμφωνο
    με το πνεύμα του 16 παρ. 7 Συντ. αλλά και του ήδη εφαρμοζόμενου δικαίου της
    Ευρωπαϊκής Ενώσεως, τον τρόπο κατατάξεως των υπαλλήλων του Δημοσίου και του
    ευρύτερου Δημοσίου Τομέα σε κατηγορίες και κλάδους προσωπικού.
  2. Ειδικότερα, ως γνωστόν, η παραδοσιακή ιεράρχηση των κατηγοριών του προσωπικού
    του Δημοσίου (που αποπειράται να ακολουθήσει και το προσβαλλόμενο Διάταγμα) είναι
    τετραμερής και έχει ως εξής:
    (α) υπάλληλοι κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαιδεύσεως (ΠΕ),
    (β) υπάλληλοι κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαιδεύσεως (ΤΕ),
    (γ) υπάλληλοι κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως (ΔΕ) και
    (δ) υπάλληλοι κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαιδεύσεως (ΥΕ).
  3. Η ως άνω τετραμερής διάκριση δεν ήτο αυθαίρετη αλλά ανταποκρινόταν στη σαφή,
    υπό το καθεστώς του άρθρου 16 του Συντάγματος του 1975 (με άξονα το άρθρο 16 παρ. 7
    Συντ.) επίσης τετραμερή διάκριση των μορφών εκπαιδεύσεως και δη:
    (α) της Ανώτατης εκπαιδεύσεως που αντιστοιχούσε στην κατηγορία ΠΕ (απόφοιτοι
    Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων)
    (β) της Ανωτέρας εκπαιδεύσεως που αντιστοιχούσε στην κατηγορία ΤΕ (απόφοιτοι
    σχολών Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως),
    (γ) της Μέσης εκπαιδεύσεως που αντιστοιχούσε στην κατηγορία ΔΕ (απόφοιτοι Λυκείου
    και προηγουμένως απόφοιτοι εξατάξιου Γυμνασίου)
    (δ) της Στοιχειώδους εκπαιδεύσεως που αντιστοιχούσε στην κατηγορία ΥΕ (πλέον
    απόφοιτοι Γυμνασίου και προηγουμένως απόφοιτοι Δημοτικού).

10

  1. Η παραπάνω συστοιχία μορφών εκπαιδεύσεως και κατηγοριών υπαλλήλων
    ανταποκρινόταν στην ισχύουσα κατά τον χρόνο θέσεως σε εφαρμογή του Συντάγματος
    του 1975 συναγόμενη και εκ του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος ανάγκη σαφούς
    θέσεως και διακριτής συνταγματικής προστασίας κάθε μίας εκ των υπό (α) – (δ)
    μορφών εκπαιδεύσεως4.
  2. Καθότι, όμως, η υπό (β) κατηγορία υπαλλήλων έφερε το (σχετικά) παραπλανητικό
    όνομα της «Τεχνολογικής Εκπαιδεύσεως» (ΤΕ)5, δημιουργήθηκε η εσφαλμένη εντύπωση
    ότι η συντελεσθείσα στις 10.6.2003 «προαγωγή» των Τ.Ε.Ι. από την Ανωτέρα στην
    Ανώτατη Εκπαίδευση ασκεί νομική επιρροή στην κατηγορία ΤΕ συλλήβδην6.
    Η θεώρηση, δηλαδή, ότι η «ανωτατοποίηση» των Τ.Ε.Ι. ως εκπαιδευτικών ιδρυμάτων
    συνεπάγεται και άνευ ετέρου «ανωτατοποίηση» της κατηγορίας ΤΕ, με τάχα υποχρεωτικό
    τον αποκλεισμό των αποφοίτων των λοιπών σχολών Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως (λ.χ. των
    αποφοίτων των Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών) που τάχα
    δεν διατήρησαν τον χαρακτήρα τους, είναι εσφαλμένη και δίχως έρεισμα ούτε στον νόμο
    ούτε στο Σύνταγμα.
  3. Υπακούοντας τρόπον τινά στην ανωτέρω εσφαλμένη θεώρηση, το προσβαλλόμενο
    Διάταγμα απάλειψε πλήρως τη σύνδεση μεταξύ των αποφοίτων των σχολών της
    «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παράγραφος 7 του Συντάγματος προς την
    κατηγορία προσωπικού του Δημοσίου που κείται μεταξύ αυτών της Πανεπιστημιακής
    Εκπαιδεύσεως (ΠΕ) και της Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως (ΔΕ), δηλαδή τη μόνη –

4 Βλ. τη χαρακτηριστική αναφορά του τότε βουλευτή Α. Παπανδρέου στη συζήτηση που αφορούσε το υπό
διαμόρφωση άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος του 1975, σε: Επίσημα Πρακτικά Βουλής, σελ. 496. Η εν
λόγω αναφορά είχε ως εξής: «[…] Γενικώτερα είναι καλόν να γίνεται η διάκρισις – όπως είπε και ο κύριος
Παπανούτσος – ανάμεσα σε Στοιχειώδη, Μέση, Ανωτέρα και Ανωτάτη. Είναι καθιερωμένες τώρα αυτές οι έννοιες
διεθνώς. Και θα πρέπει η Ανωτέρα να έχη σαφή θέσι στο Σύνταγμα και να προβλέπεται και δική της προστασία […].».
5 Εξηγήσιμο, μεν, εξαιτίας του ότι, μέχρι το 2003, η πλειονότητα των αποφοίτων σχολών «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» προερχόταν από τα (πρώην) Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και (αργότερα) Τ.Ε.Ι., παραπλανητικό, δε, διότι η
εν λόγω κατηγορία καταλάμβανε και μη (κατά κυριολεξία) τεχνολογικά αντικείμενα εκπαιδεύσεως.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι Καλλιτεχνικές Σπουδές.
6 Αυτό πρέπει να ήταν, άλλωστε, το κινούν αίτιο (causa impulsiva) της αντιφατικής και ουσιαστικά
αχρείαστης διαδικασίας «αναγνωρίσεως της ισοτιμίας» των πτυχίων των Ανωτέρων Δημοσίων και
Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών προς τα πτυχία των Τ.Ε.Ι. για το διάστημα που τα τελευταία ήταν επίσης
πτυχία «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» (!).

11

νοηματικά και λογικά – προβλεπόμενη, ήτοι αυτή της Τεχνολογικής Εκπαιδεύσεως
(ΤΕ).
Σε κάθε περίπτωση, η κρίσιμη και προβληματική παράμετρος του προσβαλλομένου
Διατάγματος είναι ότι συλλήβδην οι απόφοιτοι των σχολών της «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., και εν προκειμένω οι απόφοιτοι των
Ανωτέρων Δημόσιων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών, δεν κατατάσσονται σε
κατηγορία προσωπικού κειμένη μεταξύ αυτών στις οποίες κατατάσσονται αφενός οι
απόφοιτοι της Ανώτατης Εκπαιδεύσεως και, αφετέρου, οι απόφοιτοι της Μέσης
Εκπαιδεύσεως. Αντιθέτως, δια της κατατάξεως τους στην κατηγορία ΔΕ, οι απόφοιτοι
των Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών ουσιαστικά
υποβαθμίζονται σε όμοια προς τους αποφοίτους Μέσης – Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως
στάθμη.

  1. Εξάλλου, ειδικά για τους αποφοίτους των δημοσίων και ιδιωτικών Ανωτέρων
    Δραματικών Σχολών, ανέκαθεν η κατάταξη τους λάμβανε χώρα στην ενδιάμεση
    κατηγορία μεταξύ Πανεπιστημιακής και Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως, με τα
    εντεύθεν μισθολογικά, βαθμολογικά και εν γένει υπηρεσιακά δικαιώματα.
    Στο πλαίσιο της ισχύουσας στην ελληνική Δημόσια Διοίκηση διαρθρώσεως των
    κατηγοριών προσωπικού, ο χαρακτήρας της «ενδιάμεσης» κατηγορίας
    εξυπηρετούνταν από την κατηγορία της Τεχνολογικής Εκπαιδεύσεως (ΤΕ) και δη δια
    της υπαγωγής των αποφοίτων των Ανωτέρων Δραματικών Σχολών στον κλάδο ΤΕ
    Θεάτρου ή συναφών κατ’ όνομα κλάδων.
  2. Η περιγραφόμενη στην ανωτέρω παράγραφο 16 προβληματική κατάταξη και
    υποβάθμιση προκύπτει από τον συνδυασμό γενικών και ειδικών ρυθμίσεων, οι οποίες θα
    πρέπει να ακυρωθούν εν συνόλω. Πρόκειται για:
    (α) το άρθρο 4 του προσβαλλόμενου Διατάγματος με τίτλο: «Κλάδοι, ειδικότητες και
    προσόντα διορισμού ή πρόσληψης στην κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης», η παράγραφος
    1 του οποίου προβλέπει ότι:
    «1. Θέσεις της κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) είναι εκείνες για τις οποίες, ως
    τυπικό προσόν διορισμού ή πρόσληψης ορίζεται το πτυχίο ή δίπλωμα τμήματος ή σχολής
    τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης ή Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού

12

Ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος αντίστοιχης ειδικότητας σχολών της ημεδαπής ή της
αλλοδαπής.».
(β) το άρθρο 5 του προσβαλλόμενου Διατάγματος με τίτλο: «Κλάδοι, ειδικότητες και
προσόντα διορισμού ή πρόσληψης στην κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης», η παράγραφος
1 του οποίου προβλέπει ότι:
«1. Θέσεις της κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) είναι εκείνες για τις οποίες
ως τυπικό προσόν διορισμού ή πρόσληψης ορίζεται το πτυχίο ή δίπλωμα ή απολυτήριος τίτλος
δευτεροβάθμιας ή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος
αντίστοιχης ειδικότητας εκπαιδευτικών δομών της αλλοδαπής».
Ευχερώς, από το γράμμα και μόνο των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι:
(i) Πρώτον, η κατηγορία ΤΕ αποτελείται πλέον αποκλειστικά και μόνο από
αποφοίτους σχολών Ανώτατης Εκπαιδεύσεως. Τούτο προκύπτει από τη διαζευκτική
διατύπωση της παρ. 1 του άρθρου 4 περί «τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης ή
Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος», το οποίο, όμως, δεύτερο μέρος της διαζεύξεως,
επίσης ανήκει στην Ανώτατη Εκπαίδευση (βλ. ανωτέρω παράγραφοι 7 και 8)7.
(ii) Δεύτερον, κατά την παρ. 1 του άρθρου 5, στην κατηγορία ΔΕ εντάσσονται
συλλήβδην και αδιακρίτως όλοι οι απόφοιτοι «δευτεροβάθμιας ή μεταδευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης». A contario από το παραπάνω, στην έννοια της (εξισωμένης με τη
δευτεροβάθμια) «μεταδευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως», το προσβαλλόμενο Διάταγμα
εντάσσει συλλήβδην όλους τους αποφοίτους Σχολών Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως του
άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.
Απουσιάζει, δηλαδή, από το σύνολο του προσβαλλόμενου Διατάγματος οποιαδήποτε
Κατηγορία που να αντιστοιχεί στην Ανωτέρα Εκπαίδευση του άρθρου 16 παρ. 7
Συντάγματος και να κείται ανάμεσα στην Πανεπιστημιακή (Ανώτατη) και στη Μέση
(Δευτεροβάθμια) Εκπαίδευση.

7 Εκτός εάν, παραδόξως, στην έννοια: «πτυχίο Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος» εννοείται
«πτυχίο» μη εξισωθέν προς Ανώτατης Εκπαίδευσης και, άρα, ακόμη εντασσόμενο στην έννοια της
«Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως». Και τούτο, όμως, θα σήμαινε ότι ένα τμήμα της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως»
(παλαιά πτυχία Κ.Α.Τ.Ε.Ε. και Τ.Ε.Ι.) εμπίπτει στην κατηγορία ΤΕ, από την οποία εκπίπτει το σύνολο των
λοιπών πτυχίων της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» (λ.χ. τα πτυχία των Ανωτέρων Δημοσίων και Ιδιωτικών
Καλλιτεχνικών Σχολών).

13

(γ) Τις προβλεπόμενες Ειδικότητες 6. ΔΕ Ηθοποιών και 7. ΔΕ Θεάτρου του Κλάδου 4.
ΔΕ Καλλιτεχνικών Επαγγελμάτων του Γ. Τομέα Εφαρμοσμένων και Καλών Τεχνών του
Πίνακα 3: Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως ΔΕ του Παραρτήματος Α ́:
Προσοντολόγιο – Κλαδολόγιο (σελ. 7608) του προσβαλλόμενου Διατάγματος.
Με την εν λόγω διάταξη ιδρύεται το πρώτον ο κλάδος «ΔΕ Καλλιτεχνικών
Επαγγελμάτων» που περιλαμβάνει τις ειδικότητες «ΔΕ Ηθοποιών» και «ΔΕ Θεάτρου»,
ενώ, ως προσόντα διορισμού, ορίζονται verbatim τα κάτωθι:
«ΚΥΡΙΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ
Πτυχίο ή δίπλωμα ή απολυτήριος τίτλος ειδικότητας Υποκριτική Τέχνη Θεάτρου –
Κινηματογράφου ή Υποκριτική Τέχνη Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης
επιπέδου 5 (Ι.Ε.Κ. ή Μεταλυκειακού Έτους – Τάξη Μαθητείας ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής
Κατάρτισης επιπέδου μεταδευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης Ι.Ε.Κ. ή Επαγγελματικού
Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 4
ΕΠΑ.Λ. ή Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου (Τ.Ε.Ε.) Β ́κύκλου σπουδών ή Τεχνικού
Επαγγελματικού Λυκείου (Τ.Ε.Λ.) ή Τμήματος Ειδίκευσης Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου
(Ε.Π.Λ.) ή Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής Εργοδηγών (Ν.Δ. 580/1970) ή άλλος
ισότιμος τίτλος σχολικής μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας, ή Πτυχίο
δραματικής σχολής αναγνωρισμένης από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
σχολής τουλάχιστον τριετούς μεταλυκειακής φοίτησης της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος
σχολικής μονάδας της αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας ή πτυχίο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου
Ελλάδος ή του Εθνικού Θεάτρου και Οποιοδήποτε πτυχίο ή δίπλωμα ή απολυτήριος τίτλος
Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5 (Ι.Ε.Κ. ή Μεταλυκειακού
Έτους – Τάξη Μαθητείας ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Κατάρτισης επιπέδου μεταδευτεροβάθμιας
επαγγελματικής εκπαίδευσης Ι.Ε.Κ. ή Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής
Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 4 ΕΠΑ.Λ. ή Τεχνικού Επαγγελματικού
Εκπαιδευτηρίου (Τ.Ε.Ε.) Β ́ κύκλου Σπουδών ή Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου (Ε.Π.Λ.) ή
Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου (Τ.Ε.Λ.) ή Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής
Εργοδηγών (Ν.Δ. 580/1970) ή Γενικού Λυκείου ή Ενιαίου Λυκείου ή Λυκείου Γενικής
Κατεύθυνσης ή άλλος ισότιμος τίτλος σχολικής μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής ανεξαρτήτως
ειδικότητας
Α ́ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ

14

Οποιοδήποτε πτυχίο ή δίπλωμα ή απολυτήριος τίτλος Επαγγελματικής Ειδικότητας,
Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5 (Ι.Ε.Κ. ή Μεταλυκειακού Έτους – Τάξη Μαθητείας
ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Κατάρτισης επιπέδου μεταδευτεροβάθμιας επαγγελματικής
εκπαίδευσης Ι.Ε.Κ. ή Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Ειδικότητας,
Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 4 ΕΠΑ.Λ. ή Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου
(Τ.Ε.Ε.) Β ́κύκλου Σπουδών ή Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου (Ε.Π.Λ.) ή Τεχνικού
Επαγγελματικού Λυκείου (Τ.Ε.Λ.) ή Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής Εργοδηγών (Ν.Δ.
580/1970) ή Γενικού Λυκείου ή Ενιαίου Λυκείου ή Λυκείου Γενικής Κατεύθυνσης ή άλλος ισότιμος
τίτλος σχολικής μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής ανεξαρτήτως ειδικότητας και αντίστοιχη
εμπειρία δύο (2) ετών.».

  1. Κατά το ανωτέρω υπό (α) – (γ) μέρος του, το προσβαλλόμενο Διάταγμα τυγχάνει
    ακυρωτέο για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω.
  2. Επισημαίνεται δε ότι η υπό (α) – (γ) κατάταξη των αποφοίτων των Ανώτερων
    Δημοσίων και Ιδιωτικών Σχολών, και άρα και των ιδιωτικών Ανώτερων Δραματικών
    Σχολών, σε κλάδο και ειδικότητα της κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως (ΔΕ)
    συνάπτεται με σοβαρές επιπτώσεις μισθολογικής, βαθμολογικής και εν γένει
    υπηρεσιακής φύσεως. Χαρακτηριστικά αναφέρονται, μεταξύ άλλων, οι εξής:
    (α) Μισθολογικά, η κατάταξη στην κατηγορία ΔΕ συνεπάγεται βάσει του ν. 4354/2015,
    όπως ισχύει, σημαντικά χαμηλότερες μισθολογικές απολαβές σε σχέση με αυτές της
    κατηγορίας ΤΕ. Αντιστοίχως, υφίσταται δυνατότητα ανελίξεως έως χαμηλότερο
    μισθολογικό κλιμάκιο (Μ.Κ. 13) σε σχέση με τους υπαλλήλους κατηγορίας ΤΕ που έχουν
    δυνατότητα ανελίξεως έως υψηλότερο μισθολογικό κλιμάκιο (Μ.Κ. 19). Σε κάθε
    περίπτωση, υφίσταται πλήρης μισθολογική εξομοίωση προς δημοσίους υπαλλήλους με
    προσόν διορισμού το απολυτήριο Μέσης – Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως.
    (β) Βαθμολογικά, βάσει του άρθρου 82 του Κώδικα Καταστάσεως Δημοσίων Υπαλλήλων
    (Υπαλληλικού Κώδικα) και 85 παρ. 3 του Κώδικα Καταστάσεως Δημοτικών και
    Κοινωνικών Υπαλλήλων, η κατάταξη στην κατηγορία ΔΕ συνεπάγεται, ως προς τον
    χρόνο προαγωγής ότι η ελάχιστη ανά βαθμό αναμονή διαμορφώνεται ως εξής: από τον
    Δ ́ στον Γ ́ δύο (2) έτη, από τον Γ ́ στον Β ́ εννέα (9) έτη και από τον Β ́ στον Α ́ οκτώ (8)
    έτη. Αντίθετα, στον βαθμό ΤΕ οι χρόνοι προαγωγής διαμορφώνονται ως εξής: από τον Δ ́
    στον Γ ́ δύο (2) έτη, από τον Γ ́ στον Β ́ επτά (7) έτη και από τον Β ́ στον Α ́ έξι (6) έτη. Σε
    κάθε περίπτωση, υφίσταται πλήρης εξομοίωση των προϋποθέσεων προαγωγής προς

15

δημοσίους υπαλλήλους με προσόν διορισμού το απολυτήριο Μέσης – Δευτεροβάθμιας
Εκπαιδεύσεως.
(γ) Υπηρεσιακά, βάσει του άρθρου 99 του Κώδικα Καταστάσεως Δημοσίων Υπαλλήλων
(Υπαλληλικού Κώδικα) και του άρθρου 97 του Κώδικα Καταστάσεως Δημοτικών και
Κοινοτικών Υπαλλήλων, η κατάταξη στην κατηγορία ΔΕ συνεπάγεται αυτονοήτως και
ανατροπή της θέσης τους ως προς το προβάδισμα των βαθμών που οι εν λόγω διατάξεις
προβλέπουν, καθώς η κατηγορία ΤΕ προηγείται της ΔΕ. Σε κάθε περίπτωση, αίρεται το
προβάδισμα τους έναντι των δημοσίων υπαλλήλων με προσόν διορισμού το απολυτήριο
Μέσης – Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως.

ΙΙΙ. ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΝΝΟΜΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ.

  1. Αναφορικά με τους αιτούντες υπ’ αριθ. 1-18, άπαντες αποτελούν φυσικά ή νομικά
    πρόσωπα με αποκλειστικό αντικείμενο δραστηριότητας τη λειτουργία Ανώτερης
    Ιδιωτικής Σχολής Δραματικής Τέχνης. Το σύνολο των υπ’ αριθ. 1-18 Ανωτέρων Ιδιωτικών
    Σχολών Δραματικής Τέχνης έχουν συσταθεί και λειτουργούν νομίμως βάσει των
    διατάξεων του ν. 1158/1981, διαθέτοντας άπαντες ειδική προς τούτο άδεια από το
    Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ως κρατικό φορέα εποπτείας.
  2. Όπως προκύπτει από αυτή καθ’ αυτή τη φύση της δραστηριότητάς τους, αλλά και από
    συγκεκριμένες διατάξεις των Καταστατικών και των εσωτερικών τους Κανονισμών, οι υπ’
    αριθ. 1-18 Ανώτερες Ιδιωτικές Σχολές Δραματικής Τέχνης αποσκοπούν στην παροχή
    ειδικής (καλλιτεχνικής) εκπαιδεύσεως με αντικείμενο την κατάρτιση των αποφοίτων τους
    ως διπλωματούχων ηθοποιών. Εγγενή σκοπό τους, άμεσα συνδεδεμένο με το νόημα της
    υπάρξεως και λειτουργίας τους, αποτελεί άλλωστε και η προάσπιση με κάθε μέσο των εν
    γένει επαγγελματικών δικαιωμάτων που συνάπτονται με τα χορηγούμενα από αυτές
    πτυχία. Φυσικά, στην έννοια του επαγγελματικού δικαιώματος ανήκουν και οι όροι
    προσβάσεως και εν γένει σταδιοδρομίας στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
    Η υποβάθμιση, δηλαδή, της «αξίας» των πτυχίων των σχολών αυτών ως προς την
    πρόσβαση στο Δημόσιο και την εν γένει υπηρεσιακή αντιμετώπιση των αποφοίτων τους
    προσβάλλει τα έννομα τους συμφέροντα ως Ανωτέρων Ιδιωτικών Σχολών Δραματικής
    Τέχνης και δικαιολογεί την άσκηση της παρούσας αιτήσεως ακυρώσεως.
  3. Ειδικότερα, οι επίμαχες ρυθμίσεις του προσβαλλόμενου Διατάγματος προσβάλλουν τα
    έννομα συμφέροντα των υπ’ αριθ. 1-18 αιτούντων τόσο υπό υλική όσο και υπό ηθική

16

έκφανση. Τούτο συνίσταται στο ότι οι επίμαχες ρυθμίσεις αντιμετωπίζουν τα πτυχία που
οι εν λόγω Ανώτερες Ιδιωτικές Δραματικές Σχολές απονέμουν όχι ως πτυχία «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος αλλά ως
ισόβαθμα προς κάθε απολυτήριο δίπλωμα Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως καθώς και
προς κάθε απολυτήριο δίπλωμα «μη τυπικής» και «μεταλυκειακής» εκπαιδεύσεως (βλ.
ανωτέρω την παράγραφο 20 του υπό ΙΙ. Ιστορικού).

  1. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επέρχεται βλάβη των συμφερόντων των υπ’ αριθ. 1-18
    αιτούντων, διότι η υποβάθμιση του απονεμόμενου από αυτές πτυχίου καθιστά τις εν
    λόγω Ανώτερες Ιδιωτικές Σχολές Δραματικής Τέχνης λιγότερο ελκυστικές ως προς τη
    φοίτηση υποψηφίων ηθοποιών. Επέρχεται δε και ηθική βλάβη συνιστάμενη στην
    υποβάθμιση του κύρους του απονεμόμενου από αυτές πτυχίου και εν γένει των
    διεξαγόμενων από αυτές σπουδών. Και τούτο διότι αγνοείται ο ρόλος τους ως
    «Ανωτέρων» κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. σχολών και επέρχεται εξίσωση
    αυτών προς εκπαιδευτικούς φορείς χαμηλότερης και διαφορετικής (εξ απόψεως τυπικής
    συνταγματικής προστασίας) βαθμίδας εκπαιδεύσεως, καθώς και χαμηλότερης και
    διαφορετικής ποιοτικής στάθμης.
  2. Αναφορικά με την αιτούσα υπ’ αριθ. 19, ως σπουδάστρια Ανώτερης Ιδιωτικής
    Δραματικής Σχολής, το προσβαλλόμενο Διάταγμα βλάβη στα έννομα συμφέροντά της.
    Και τούτο η επίμαχη υποβάθμιση της φύσεως και του χαρακτήρα του διπλώματος χάριν
    αποκτήσεως του οποίου φοιτά σε Ανώτερη Ιδιωτική Δραματική Σχολή όχι μόνο θίγει hic
    et nunc τις προοπτικές προσβάσεως και εν γένει απασχολήσεως της στο Δημόσιο και στον
    ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά καθιστά και ανώφελη για την ίδια την παρακολούθηση
    του σχετικού προγράμματος σπουδών και την απόκτηση του οικείου πτυχίο, εάν το
    προσβαλλόμενο Διάταγμα παραμείνει ως έχει. Ισχύουν δε στο ακέραιο τα περί ηθικής
    βλάβης που αναφέρθηκαν και για τους υπ’ αριθ. 1-18 αιτούντες (βλ. ανωτέρω
    παράγραφο 4 του υπό ΙΙΙ.).
  3. Αναφορικά με τον αιτούντα υπ’ αριθ. 20, ως απόφοιτο Ανώτερης Ιδιωτικής Δραματικής
    Σχολής, το προσβαλλόμενο Διάταγμα του προκαλεί ευθέως βλάβη υπό την έννοια,
    αφενός της αποστερήσεως των προοπτικών προσβάσεως και απασχολήσεως στο Δημόσιο
    και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως τις δικαιούται ως απόφοιτος Σχολής της
    Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. Αφετέρου, του προκαλείται βλάβη
    και υπό την έννοια της δημιουργίας προοπτικών σταδιοδρομίας στο Δημόσιο και στον
    ευρύτερο δημόσιο τομέα εξομοιωμένων προς αυτές των κατόχων διπλωμάτων
    χαμηλότερης και διαφορετικής βαθμίδας εκπαιδεύσεως. Ισχύουν δε στο ακέραιο τα περί

17

ηθικής βλάβης που αναφέρθηκαν για τους υπ’ αριθ. 1-18 αιτούντες (βλ. ανωτέρω
παράγραφο 4 του υπό ΙΙΙ.).

ΙV. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
1ος λόγος ακυρώσεως: Παραβίαση του άρθρου 16 παράγραφος 7 του Συντάγματος –
Παρανόμως το προσβαλλόμενο Διάταγμα υπήγαγε τους αποφοίτους των ιδιωτικών
Ανωτέρων Δραματικών Σχολών στην κατηγορία ΔΕ και όχι σε κατηγορία που να
αντιστοιχεί στην «Ανωτέρα Εκπαίδευση» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.

  1. Όπως ήδη αναφέρθηκε, η παράγραφος 7 του άρθρου 16 Συντ. ορίζει ότι:
    «H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές
    ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται
    ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις
    σχολές αυτές.».
  2. Επίσης, το εδάφιο β ́ της παραγράφου 8 του άρθρου 16 Συντ. ορίζει ότι:
    «Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».
  3. Από τις ανωτέρω διατάξεις, και ανεξαρτήτως του εάν υφίσταται ατομικό δικαίωμα
    συστάσεως και λειτουργίας σχολών «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» από ιδιώτες (πρβλ. ΟλΣτΕ
    576/1981), συνάγεται ότι:
    Οι σχολές που έχουν νομίμως συσταθεί και λειτουργούν από ιδιώτες ως «Ανώτερες
    Σχολές» (κατ’ άλλη διατύπωση: Σχολές της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως») απολαμβάνουν
    στο ακέραιο της ειδικής συνταγματικής προστασίας του άρθρου 16 παρ. 7 του
    Συντάγματος.
  4. Η δε εκ του νόμου υπαγωγή ορισμένης Σχολής ή Σχολών ορισμένου εκπαιδευτικού
    αντικειμένου (λ.χ. Καλλιτεχνικών Σπουδών) στη συνταγματική έννοια της «Ανωτέρας
    Εκπαιδεύσεως» και στην αντίστοιχη προστασία του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. έχει διττό
    χαρακτήρα:

18

(α) χορηγείται in abstracto, υπό την έννοια ότι δια νόμου αναγνωρίζεται, ρητά ή
σιωπηρά, η δυνατότητα Κράτους και ιδιωτών να συστήνουν «Ανώτερες Σχολές» που
παρέχουν επαγγελματική ή άλλη ειδική εκπαίδευση (λ.χ. Καλλιτεχνική) και
(β) χορηγείται in concreto, υπό την έννοια της εκδόσεως διοικητικής πράξεως του
εποπτεύοντος Υπουργού περί της νόμιμης συστάσεως και λειτουργίας ορισμένης σχολής
επαγγελματικής ή άλλης ειδικής εκπαιδεύσεως υπό όρους «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του
άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.

  1. Εν προκειμένω, εφαρμογής τυγχάνει ο ν. 1158/1981 που ορίζει στο άρθρο 1
    παράγραφος 1 ότι:
    «Η Ανωτέρα Καλλιτεχνική Εκπαίδευσις ανήκει εις την τρίτην βαθμίδα εκπαιδεύσεως,
    παρέχεται δε εις τας Ανώτερας Δημοσίας και Ιδιωτικάς Σχολάς Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως»
    (άρθρο 1 παρ. 1 ν. 1158/1981)
    Και στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 ότι:
    «1. Αι ανώτεραι Σχολαί Καλλιτεχνικής Εκπαιδεύσεως έχουν ως σκοπόν την παροχήν
    εκπαιδεύσεως εις την Δραματικήν Τέχνην, την Τέχνην του Χορού και την Κινηματογραφικήν
    Τηλεοπτικήν Τέχνην. 2. Αι εν λόγω Σχολαί τελούν υπό την εποπτείαν του Υπουργείου
    Πολιτισμού και Επιστημών.».
  2. Ήτοι, και ενόψει των λοιπών διατάξεων του, ο ν. 1158/1981:
    (α) προσδιορίζει συγκεκριμένες σχολές που παρέχουν επαγγελματική ή άλλη ειδική
    εκπαίδευση και δη τις Δημόσιες και Ιδιωτικές Καλλιτεχνικές Σχολές, στις οποίες ανήκουν
    και οι Δραματικές, ως «Ανώτερες» (άρθρο 1 και 2 παρ. 1 ν. 1158/1981).
    (β) προσδιορίζει τον κρατικό φορέα που εποπτεύει (και άρα εγγυάται) την εν γένει
    λειτουργία αυτών των «Ανωτέρων Σχολών», ήτοι το Υπουργείο Πολιτισμού και
    Αθλητισμού που διαδέχθηκε το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών (άρθρο 2 παρ. 2 ν.
    1158/1981).
    (γ) θεσπίζει ειδική διαδικασία χορήγησης άδειας συστάσεως και λειτουργίας μιας τέτοιας
    «Ανωτέρας Σχολής», με ειδικές και ελεγχόμενες από τη Διοίκηση εγγυήσεις ποιότητας του
    παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου (άρθρα 4 έως 8 ν. 1158/1981).

19

(δ) ρυθμίζει ειδικά ζητήματα που άπτονται της καταρτίσεως των προγραμμάτων
σπουδών των εν λόγω σχολών. (άρθρο 11 παρ. 3 ν. 1158/1981 και το εκάστοτε κατ’
εξουσιοδότηση αυτού προεδρικό διάταγμα).
(ε) ρυθμίζει ειδικά ζητήματα σχετικά με τον αριθμό των φοιτούντων στις εν λόγω Σχολές,
καθώς και ζητήματα σχετικά με τον τρόπο και τα κριτήρια εγγραφής σε αυτές (άρθρα 11
παρ. 1 και 2 και άρθρο 12 ν. 1158/1981).
(στ) ρυθμίζει ειδικά τα προσόντα προσλήψεως καθηγητών και τοποθετήσεως διευθυντών
στις εν λόγω Σχολές. (άρθρα 15 έως 17 ν. 1158/1981).
(ζ) εποπτεύει δια της παρουσίας κρατικών λειτουργών τις εισαγωγικές και απολυτήριες
που διεξάγουν οι εν λόγω Σχολές (άρθρο 14 ν. 1158/1981 και άρθρο 64 ν. 4559/2018).
(η) υπάγει τους εσωτερικούς κανονισμούς λειτουργίας των εν λόγω Σχολών σε καθεστώς
προηγούμενης εγκρίσεως από τον εποπτεύοντα κρατικό φορέα. (άρθρο 11 παρ. 4 και 5 ν.
1158/1981).
Εν προκειμένω, δηλαδή, το πλέγμα του ν. 1158/1981 και των επιμέρους προεδρικών
διαταγμάτων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 11 παρ. 3 ν. 1158/1981
αποτελούν επαρκές θεμέλιο για την αναγνώριση, τυπικώς και λειτουργικώς, των
Ανώτερων Δημοσίων και Ιδιωτικών Καλλιτεχνικών Σχολών ως «Σχολών Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (πρβλ. ΣτΕ 3139/1996, σκέψη 4η).
Όσον αφορά τις ιδιωτικές Ανώτερες Δραματικές Σχολές, θεμέλιο του χαρακτήρα τους ως
«Σχολών Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 7 του
Συντάγματος αποτελεί ο ν. 1158/1981 και το ΠΔ 370/1983.

  1. Επιπλέον, η υπαγωγή ορισμένης Σχολής ή περισσότερων Σχολών ορισμένου
    εκπαιδευτικού αντικειμένου (λ.χ. Καλλιτεχνικών Σπουδών) στη συνταγματική έννοια
    της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ. συνεπάγεται, κατά λογική,
    νοηματική και συστηματική ακολουθία, και την υπαγωγή τους:
    (α) στη νομοθετική έννοια της «Τριτοβάθμιας» εκπαιδεύσεως (πρβλ. ΣτΕ 62/2019) και
    (β) στη νομοθετική έννοια της «Τυπικής» εκπαιδεύσεως (πρβλ. επίσης ΣτΕ 62/2019).

20

Κατά συνέπεια, η ειδική συνταγματική προστασία των Σχολών της «Ανωτέρας
Εκπαιδεύσεως» του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος και των αποφοίτων τους
εκτείνεται:
(α) τόσο έναντι της Μέσης – Δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι Λυκείου ή
ΕΠΑ.Λ. ή παλαιότερα εξατάξιου Γυμνασίου).
(β) όσο και έναντι της λεγόμενης «μετα-δευτεροβάθμιας» αλλά «μη τυπικής»
εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι Ι.Ε.Κ., εργαστηρίων ελευθέρων σπουδών, Τάξης Μαθητείας
ΕΠΑ.Λ. κ.ο.κ.), που δεν περιβάλλεται νομοθετικά με τις εγγυήσεις που περιγράφονται
ανωτέρω.

  1. Κατ’ ακολουθία, από τα υπό (6) και (7) αναφερόμενα συνάγεται ότι οι ιδιωτικές
    Ανώτερες Δραματικές Σχολές χαίρουν της συνταγματικής προστασίας του άρθρου 16
    παρ. 7 του Συντάγματος έναντι των ανωτέρω υπό (α) και (β) εκπαιδευτικών φορέων.
  2. Αναφορικά με το περιεχόμενο της εν λόγω ειδικής συνταγματικής προστασίας, το
    άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος λειτουργεί – τελολογικά και συστηματικά – και ως
    κανόνας ορίων μεταξύ της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» και των λοιπών μορφών
    εκπαιδεύσεως (Ανώτατη, Μέση, Στοιχειώδης).
  3. Ειδικότερα, επ’ αφορμή τη σχέση μεταξύ αποφοίτων της «Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως»
    και αποφοίτων της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως», έχει κριθεί κατ’ ερμηνεία του άρθρου 16
    παρ. 7 Συντ. ότι:
    (α) Ο διαχωρισμός αυτός των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων («Ανώτατη
    Εκπαίδευση») από τις σχολές ανώτερης βαθμίδας που παρέχουν επαγγελματική ή άλλη
    ειδική εκπαίδευση, δεν μπορεί ούτε να ματαιωθεί αμέσως από τον κοινό νομοθέτη, με την
    εξίσωση αυτών, ούτε και να καταστρατηγηθεί εμμέσως (ΣτΕ 3066/2010, σκέψη 10η, ΣτΕ
    1178/2003, σκέψη 7η).
    (β) Η επιβαλλόμενη από τις διατάξεις αυτές του άρθρου 16 του Συντάγματος διάκριση
    των Α.Ε.Ι. σε σχέση με σχολές ανώτερης βαθμίδας, που παρέχουν επαγγελματική ή άλλη
    εκπαίδευση, καταστρατηγείται και με τη χορήγηση, από τον εκτελεστικό του άρθρου 16
    παρ. 7 του Συντάγματος νόμο, επαγγελματικών δικαιωμάτων υπέρ των αποφοίτων
    Α.Ε.Ι., οι οποίοι δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα επαγγελματικής απασχόλησης,
    αφού η εξομοίωση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την ουσιαστική ισοτιμία των χορηγούμενων
    πτυχίων, ως αναγκαίων τίτλων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος.

21

  1. Ήτοι, από τη διάκριση των συνταγματικών εννοιών της «Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως»
    και της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» συνάγεται ότι:
    Δεν νοείται «εξίσωση προς τα πάνω» μεταξύ των αποφοίτων σχολών της «Ανωτάτης
    Εκπαιδεύσεως» και των αποφοίτων σχολών της «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» (υπό
    εξαιρέσεις προερχόμενες εκ του ενωσιακού δικαίου και επιτρεπτές εκ της συνταγματικής
    ρυθμίσεως8).
  2. Εξάλλου, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και για την ενότητα της
    συνταγματικής ρυθμίσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι:
    Αντίστοιχα προς την απαγόρευση της «εξισώσεως προς τα πάνω», το άρθρο 16 παρ. 7
    Συντ. εξίσου απαγορεύει την «εξίσωση προς τα κάτω».
    Ήτοι, αντιβαίνει άνευ ετέρου στο άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος οποιαδήποτε
    ρύθμιση περί επαγγελματικών δικαιωμάτων εξισώνει τους αποφοίτους σχολών
    «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως»:
    (α) προς τους κατόχους διπλωμάτων φορέων «μη τυπικής – μεταλυκειακής»
    εκπαιδεύσεως που δεν φέρουν de jure τον χαρακτήρα της «Σχολής Ανωτέρας
    Εκπαιδεύσεως» (πρβλ. ΣτΕ 691/2013, σκέψη 10η, συγκλίνουσα γνώμη) ή/και
    (β) προς τους κατόχους απολυτηρίου τίτλων «Μέσης» (Δευτεροβάθμιας) Εκπαιδεύσεως,
    αυτονοήτως και «Στοιχειώδους» (Υποχρεωτικής) Εκπαιδεύσεως.

8 Βλ. τη χαρακτηριστική αναφορά του τότε Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παναγιώτη Ζέπου στη
συζήτηση που αφορούσε το υπό διαμόρφωση άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος του 1975, σε: Επίσημα
Πρακτικά Βουλής, σελ. 504 «Τώρα εις την παράγραφον 6 της νέας τροπολογίας γίνεται λόγος περί της
ανωτέρας Παιδείας. Ετέθη το όριον «ουχί μείζων των τριών ετών», διότι, εάν τυχόν δεν θέσωμεν όριον
ημπορεί να λέγεται μεν εις το Σύνταγμα Ανωτέρα Παιδεία αλλά κατ’ ουσίαν είναι δυνατόν να καταλήξει
εις την Ανωτάτην Παιδείαν. Δεν έχω αντίρρησιν, αλλά θα ήθελα η Ανωτέρα Παιδεία να είναι κάτι το
ενδιάμεσον, όπως είπεν ο κ. Πρόεδρος της ΕΚ-ΝΔ [σ.σ. «Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις»] μεταξύ της
Μέσης Παιδείας και της Ανωτάτης Παιδείας. Ευχαρίστως θα ήθελον να είχον την δυνατότητα διεξόδου
από την Ανωτέραν Παιδείαν εις την Ανωτάτην, αλλά είναι τούτο θέμα Νόμου, βεβαίως με κάποιον
έλεγχον των δυνατοτήτων των ανθρώπων, οι οποίοι θέλουν να πάνε υψηλότερα. Βεβαίως το να πάνε
υψηλότερα είναι το φιλελευθερώτερον σύστημα, αλλά κάπως να κρατήσωμεν την Ανωτέραν Παιδείαν από
την Ανωτάτην.».

22

  1. Η έννοια, άλλωστε, των «επαγγελματικών δικαιωμάτων» πρέπει να νοηθεί με τη
    μέγιστη δυνατή ευρύτητα. Ήτοι:
    Στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω συναγόμενων εκ του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.
    απαγορεύσεων ανήκει και οποιαδήποτε ρύθμιση τυπικού νόμου ή κανονιστικής πράξης
    της Διοικήσεως αφορά σε θέματα διορισμού ή πρόσληψης, καθώς και εν γένει όρων
    απασχολήσεως στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ, στα ΝΠΔΔ και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
  2. Στην ένδικη υπόθεση, δια της δημιουργίας του ενιαίας κατηγορίας ΔΕ Καλλιτεχνών
    με τους επιμέρους κλάδους ΔΕ Ηθοποιών και ΔΕ Θεάτρου, το προσβαλλόμενο Διάταγμα
    επιφέρει τις εξής συνέπειες:
    Α. Καθίστανται ισότιμα ως προσόντα διορισμού, προσλήψεως και εν γένει
    σταδιοδρομίας στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αφενός, το πτυχίο που
    χορηγούν οι ιδιωτικές και κρατικές Ανώτερες Δραματικές Σχολές του ν. 1158/1981 και,
    αφετέρου, το δίπλωμα που χορηγούν φορείς «μη τυπικής μεταλυκειακής εκπαιδεύσεως»
    που δεν εντάσσονται de jure στην κατ’ άρθρο 16 παρ. 7 Συντ. «Ανωτέρα Εκπαίδευση»9,
    καθώς και το δίπλωμα που χορηγούν φορείς «Μέσης Εκπαιδεύσεως»10.
    Β. Υποβαθμίζονται και εξισώνονται, δια της υπαγωγής σε κλάδο κατηγορίας ΔΕ, σε
    βαθμολογικό, μισθολογικό και εν γένει υπηρεσιακό επίπεδο, οι απόφοιτοι Σχολών
    «Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως» (και δη των Ανωτέρων Δραματικών Σχολών) τόσο προς τους
    αποφοίτους εκπαιδευτικών φορέων «μη τυπικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης» που δεν
    αποτελούν de jure Σχολές Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως όσο και προς τους κατόχους
    απολυτηρίων τίτλων «Μέσης» (Δευτεροβάθμιας» Εκπαιδεύσεως).

9 Βλ. ανωτέρω παραγράφους 9-10 του παρόντος 1ου λόγου ακυρώσεως.
10 Τούτο προκύπτει από την εξής διατύπωση: «[το] πτυχίο ή δίπλωμα ή [ο] απολυτήριος τίτλος ειδικότητας
Υποκριτική Τέχνη Θεάτρου – Κινηματογράφου ή Υποκριτική Τέχνη Επαγγελματικής Ειδικότητας,
Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5 (Ι.Ε.Κ. ή Μεταλυκειακού Έτους – Τάξη Μαθητείας ΕΠΑ.Λ.) ή
Επαγγελματικής Κατάρτισης επιπέδου μεταδευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης Ι.Ε.Κ. ή
Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης
επιπέδου 4 ΕΠΑ.Λ. ή Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου (Τ.Ε.Ε.) Β ́κύκλου σπουδών ή Τεχνικού
Επαγγελματικού Λυκείου (Τ.Ε.Λ.) ή Τμήματος Ειδίκευσης Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου (Ε.Π.Λ.) ή
Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής Εργοδηγών (Ν.Δ. 580/1970) ή άλλος ισότιμος τίτλος σχολικής
μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας» (βλ. 7608 του επίμαχου ΦΕΚ).

23

  1. Τα παραπάνω παραβιάζουν αμφότερα ευθέως την απαγορευμένη εκ του άρθρου 16
    παρ. 7 του Συντάγματος «εξίσωση προς τα κάτω».
  2. Για τους λόγους αυτούς, το προσβαλλόμενο Διάταγμα είναι παράνομο και πρέπει να
    ακυρωθεί.

2ος λόγος ακυρώσεως: Παραβίαση της αρχής της ισότητας (4 παρ. 1 Συντ.), της
αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.), και δη υπό την έκφανση της ισότητας ως
προς τη σταδιοδρομία στο Δημόσιο κατά τον λόγο της προσωπικής αξίας και
ικανότητας του καθενός – Το προσβαλλόμενο διάταγμα αντιμετωπίζει ως «όμοιες»
περιστάσεις που είναι καθ’ όλα «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων.

  1. Σε κάθε περίπτωση, εφαρμογής τυγχάνει η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 αρχή της
    ισότητας υπό τις ειδικότερες εκφάνσεις της και δη την ισότητα ως προς την πρόσβαση
    στις δημόσιες θέσεις (4 παρ. 4 Συντ.) και της σταδιοδρομίας στο δημόσιο κατά τον λόγο
    και την προσωπική αξία εκάστου ως εκφάνσεως και της αρχής της αξιοκρατίας (4 παρ. 1,
    5 παρ. 1 και 4 παρ. 4 Συντ.).
  2. Όπως ήδη αναφέρθηκε στο ιστορικό της παρούσας, η υπαγωγή των αποφοίτων των
    Ανωτέρων Δραματικών Σχολών, που χαίρουν των εγγυήσεων και της προστασίας του
    άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος, στην κατηγορία ΔΕ (δια των άρθρων 4 και 5 του
    προσβαλλόμενου τμήματος του Παραρτήματος) έχει, όπως αναφέρθηκε στην
    παράγραφο 20 του ιστορικού, τις ακόλουθες συνέπειες ως προς την υπηρεσιακή
    κατάσταση των υπηρετούντων και των μελλοντικών υπαλλήλων του Δημοσίου και του
    ευρύτερου Δημοσίου Τομέα που είναι και απόφοιτοι ιδιωτικών Ανωτέρων Δραματικών
    Σχολών:
    Α. Υπαγωγή σε χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, τόσο σε απόλυτο αριθμό, όσο και σε
    ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο στο οποίο μπορούν να φτάσουν (παράνομη εξομοίωση
    ως προς την αμοιβή).
    Β. Υπαγωγή σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με το προβάδισμα των κατηγοριών και των
    βαθμών (παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία και την ανέλιξη στον
    δημόσιο τομέα).

24

Γ. Εφαρμογή δυσμενέστερου καθεστώτος περί προαγωγής στον επόμενο βαθμό
(παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία και την ανέλιξη στον δημόσιο τομέα).

  1. Κατά πάγια ερμηνεία, η συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας
    απαγορεύει την όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων («τα άνισα πρέπει να
    μεταχειρίζονται άνισα»).
  2. Επί του «ανόμοιου» χαρακτήρα, ήδη επισημάνθηκε ότι οι απόφοιτοι των Ανώτερων
    Δραματικών Σχολών:
    (α) Αποτελούν φορείς εγγυημένης και αυξημένης προστασίας που πηγάζει από το άρθρο
    16 παρ. 7 του Συντάγματος.
    (β) Αναγνωρίζονται, τυπικά και λειτουργικά, από τον νόμο (ν. 1158/1981) ως απόφοιτοι
    εκπαιδευτικής διαδικασίες με μείζονες εγγυήσεις ποιότητας.
    (γ) Έχουν αποκτήσει το απαραίτητο για τον διορισμό τους στο Δημόσιο τυπικό προσόν
    κατόπιν αναγνωρισμένης ως «ανωτέρας» κατά το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος
    τριετούς εκπαιδεύσεως. Κείνται δηλαδή στο ανώτερο όριο της κατ’ άρθρο 16 παρ. 7
    «ανωτέρας» εκπαιδεύσεως, στοιχείο το οποίο έχει – αυτοτελώς – διαφοροποιητική
    λειτουργία και, άρα, μείζονα νομική σημασία.
  3. Ωστόσο, και ανεξαρτήτως της αυτοτελούς παραβιάσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ.,
    από τον συνδυασμό των άρθρων 4 και 5 και του προσβαλλόμενου τμήματος του
    Παραρτήματος συνάγεται ότι αυτοτελώς και μόνο η υπαγωγή των αποφοίτων των
    Ανωτέρων Δραματικών Σχολών στην κατηγορία ΔΕ επιφέρει:
    (α) όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο Μέσης (Δευτεροβάθμιας) Εκπαιδεύσεως,
    ανεξαρτήτως επιμέρους κλάδου ΔΕ, ως προς τις μισθολογικές απολαβές, κατ’ αποκοπήν
    και κατ’ ανώτατο Μ.Κ., καθώς και όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο Μέσης
    (Δευτεροβάθμιας) Εκπαιδεύσεως, ανεξαρτήτως κλάδου ΔΕ, ως προς τις προϋποθέσεις
    προαγωγής κατά βαθμό και ανελίξεως σε θέσεις ευθύνης.
    (β) όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο «μη Ανωτέρας», «μη Τριτοβάθμιας» και «μη
    Τυπικής» μεταδευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως, τόσο ως προς τις μισθολογικές απολαβές,
    κατ’ αποκοπήν και κατ’ ανώτερο Μ.Κ., καθώς και όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο
    «μη Ανωτέρας», «μη Τριτοβάθμιας» και «μη Τυπικής» μεταδευτεροβάθμιας

25

εκπαιδεύσεως, ανεξαρτήτως κλάδου ΔΕ, ως προς τις προϋποθέσεις προαγωγής κατά
βαθμό και ανελίξεως σε θέσεις ευθύνης.

  1. Προφανώς, στο μέτρο συγκρίσεως δεν ανήκουν μόνο οι απόφοιτοι Μέσης
    (Δευτεροβάθμιας) Εκπαιδεύσεως που ανήκουν στον κλάδο ΔΕ Καλλιτεχνικών
    Επαγγελμάτων αλλά κάθε δημόσιος υπάλληλος, παρών ή μέλλων, κλάδου κατηγορίας
    ΔΕ, ενόψει των γενικών για όλους ρυθμίσεων του ενιαίου μισθολογίου και των όρων του
    Υπαλληλικού Κώδικα ή του Κώδικα Υπαλλήλων Δήμων και Κοινοτήτων.
    Τα παραπάνω συνιστούν πρόδηλη «όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων», που
    ουδόλως δικαιολογείται από οποιοδήποτε κριτήριο αξιοκρατίας ή ορθολογικής
    οργανώσεως της Διοικήσεως.
  2. Εφόσον η ως άνω παραβίαση της αρχής της ισότητας προκύπτει από την υπαγωγή των
    αποφοίτων των Ανώτερων Δραματικών Σχολών σε κλάδο της κατηγορίας ΔΕ δια του
    άρθρου 4 του Προσβαλλόμενου διατάγματος και του επίμαχου όρου, το προσβαλλόμενο
    Διάταγμα τυγχάνει κατά το εν λόγω μέρος παράνομο και ακυρωτέο.

3ος λόγος ακυρώσεως: Αντίθεση του προσβαλλομένου Διατάγματος στο δίκαιο της
Ευρωπαϊκής Ενώσεως και συγκεκριμένα στην ελεύθερη κυκλοφορία των
εργαζομένων (άρθρο 45 ΣΛΕΕ), στην ελευθερία εγκαταστάσεως (άρθρο 49 ΣΛΕΕ) και
στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης
Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων,
καθώς και του Ευρωπαϊκού Χάρτη Εκπαιδεύσεως.

  1. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων κατοχυρώνεται, ως θεμελιώδης ενωσιακή
    ελευθερία, στο άρθρο 45 ΣΛΕΕ, το οποίο στις παραγράφους ορίζει ότι:
    «1. Εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Ένωσης.
  2. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως
    λόγω ιθαγενείας μεταξύ των εργαζομένων των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την
    αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας.».
  3. Μολονότι η παρ. 4 του άρθρου 45 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι «Οι διατάξεις του παρόντος
    άρθρου δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί απασχολήσεως στη δημόσια διοίκηση», η εν

26

λόγω διάταξη έχει ερμηνευθεί περιοριστικά από το ΔΕΕ κατά τρόπο που να περιλαμβάνει
μόνο τις θέσεις εκείνες της Δημόσιας Διοικήσεως που ανήκουν στον πυρήνα της κρατικής
εξουσίας και όχι κάθε θέση δημοσίου υπαλλήλου.

  1. Επειδή, καθ’ ερμηνεία των διατάξεων του πρωτογενούς και του δευτερογενούς
    ενωσιακού δικαίου περί αναγνωρίσεως επαγγελματικών δικαιωμάτων, το Συμβούλιο της
    Επικρατείας έχει ήδη θέσεις κανόνες γενικής εφαρμογής σχετικά με την εν γένει
    αντιμετώπιση (και όχι απλά αναγνώριση) των προερχόμενων από την αλλοδαπή, και δη
    από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως τίτλων σπουδών (πρβλ. ΣτΕ Δ ́ Τμήμα
    998/2021).
    Πυρήνας των ερμηνευτικών αυτών αρχών είναι ότι για την αναγνώριση και την απόδοση
    επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων σχολών της αλλοδαπής, έννοια γένους
    στην οποία ανήκει και η απασχόληση στο Δημόσιο, δεν αρκεί να τίθεται ως in abstracto
    κριτήριο ο απολυτήριος τίτλος (πτυχίο, δίπλωμα κ.ο.κ.) του ενδιαφερομένου, αλλά
    πρέπει να υπάρχει in concreto στάθμιση επί τη βάσει όχι μόνο των ακαδημαϊκών αλλά και
    των λοιπών «δυνατοτήτων» και «προσόντων» του (λ.χ. επαγγελματική εμπειρία).
  2. Τούτο προκύπτει από την 7η σκέψη της αποφάσεως ΣτΕ 998/2021, η οποία έχει verbatim
    ως εξής:
    «[…] Η εκτίμηση περί ισοδυναμίας του αλλοδαπού διπλώματος πρέπει να στηρίζεται αποκλειστικώς
    στον βαθμό των γνώσεων και των προσόντων, που, με βάση το δίπλωμα αυτό, τη φύση και τη
    διάρκεια των σπουδών και τη σχετική με αυτές πρακτική εκπαίδευση, τεκμαίρεται ότι διαθέτει ο
    κάτοχός του.».
  3. Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι η εκπορευόμενη από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως
    αντίληψη περί της «μεταλυκειακής» εκπαιδεύσεως συνάδει με το πνεύμα της
    συνταγματικής ρυθμίσεως περί της «ανωτέρας εκπαίδευσεως». Ήτοι, όπως προκύπτει και
    από τη βούληση του ιστορικού συντακτικού νομοθέτη11:
    Ο απόφοιτος της «Ανωτέρας» (κατά το ελληνικό Σύνταγμα) ή της «μεταλυκειακής»
    τριετούς (κατά το δίκαιο της Ένωσης)12 εκπαιδεύσεως δύναται, εάν τούτο προκύπτει από

11 Βλ. ανωτέρω υποσημείωση 7.
12 Βλ. αμέσως κατωτέρω περί της ενωσιακής έννοιας της «μεταδευτεροβάθμιας» ή «μεταλυκειακής»
εκπαιδεύσεως υπό το πρίσμα του Ευρωπαϊκού Χάρτη Εκπαιδεύσεως.

27

τον συνδυασμό των γνώσεων και των προσόντων του, να λάβει και δικαιώματα όμοια
ή συγγενή προς αυτά των αποφοίτων της «Ανωτάτης» Εκπαιδεύσεως.
Κατά λογική ακολουθία, δεν νοείται να υποβαθμίζεται δια της εξομοιώσεως – και
μάλιστα συλλήβδην – με τους αποφοίτους της «Δευτεροβάθμιας» (Μέσης, Σχολικής)
εκπαιδεύσεως (βλ. σχετικά 1ο και 2ο λόγο ακυρώσεως).

  1. Το παραπάνω ζήτημα δεν είναι το επίδικο στην παρούσα υπόθεση. A contrario, όμως,
    συνεπάγεται ότι:
    Με βάση το ενωσιακό δίκαιο περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων,
    απαγορεύεται ο απόφοιτος «μεταλυκειακής» εκπαιδεύσεως να έχει ίδια δικαιώματα προς
    τον απόφοιτο «λυκειακής» (Μέσης, Σχολικής) εκπαιδεύσεως.
    Εξίσωση νοείται μόνο προς τα πάνω, κατ’ εκτίμηση όμως γνώσεων και προσόντων, και
    ουδόλως προς τα κάτω.
    Τα παραπάνω συνάγονται και νοηματοδοτούνται από την ίδια την ορολογία που
    χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χάρτη Εκπαιδεύσεως. Ειδικότερα:
    Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Εκπαιδεύσεως ρητά διακρίνει:
    (α) τη «Σχολική» Εκπαίδευση από την «Τριτοβάθμια» (κατά την ελληνική μετάφραση) ή
    «Ανώτερη» (Higher κατά την ισάξια αγγλική μετάφραση), καθώς και
    (β) τη «Σχολική» Εκπαίδευση από την «Επαγγελματική» (κατά την ελληνική μετάφραση,
    ομοίως Vocational κατά την ισάξια αγγλική μετάφραση.
    Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, για το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, η έννοια της
    «μεταδευτεροβάθμιας» (ή «μεταλυκειακής) εκπαιδεύσεως περιλαμβάνει τόσο την
    «Τριτοβάθμια – Ανώτερη» όσο και την «Επαγγελματική» εκπαίδευση και χρήζει
    διαφορετικής και ευμενέστερης αντιμετωπίσεως σε σχέση με τη «Σχολική» Εκπαίδευση
    (που ισούται προφανώς με τη δευτεροβάθμια – μέση εκπαίδευση στο ελληνικό σύστημα).
    Κατ’ ακολουθία, τα διπλώματα των Ανώτερων Ιδιωτικών Δραματικών Σχολών, τα οποία
    ανήκουν κατά τους όρους του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως τόσο στην «Τριτοβάθμια

28

– Ανώτερη» όσο και στην «Επαγγελματική»13, δεν δύνανται να εξισώνονται – και
μάλιστα συλλήβδην – με τους απολυτήριους τίτλους της «Σχολικής» Εκπαιδεύσεως.
Στην Ελλάδα, εξάλλου, τα παραπάνω ισχύουν πολύ περισσότερο και λόγω του άρθρου
16 παρ. 7 Συντ. Πάντως, βάσει αυτού, οι Ανώτερες Ιδιωτικές Δραματικές Σχολές πρέπει
να διακρίνονται και από κάθε άλλο είδος «μεταλυκειακής» μη Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως14.

  1. Εν προκειμένω, οι επίμαχες ρυθμίσεις του προσβαλλόμενου Διατάγματος έχουν ως
    εξής:
    (α) Με τη γενική ρύθμιση του άρθρου 5, όλοι οι απόφοιτοι «Τριτοβάθμιας – Ανώτερης»
    ή/και «Επαγγελματικής» (κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου), που κατέχουν
    πτυχία ισότιμων σχολών εξισώνονται βαθμολογικά και υπηρεσιακά με τους αποφοίτους
    μέσης ή δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως.
    (β) Με την ειδική ρύθμιση περί ΔΕ Καλλιτεχνικών Επαγγελμάτων, η εν λόγω εξίσωση
    αφορά ειδικώς και τους κατόχους πτυχίων δραματικών σχολών από άλλα κράτη – μέλη
    της Ένωσης.
  2. Καθώς, όμως, η κατάταξη συλλήβδην όλων των αποφοίτων σχολών «Τριτοβάθμιας –
    Ανώτερης» ή/και «Επαγγελματικής» (κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου), στους
    οποίους ανήκουν και οι απόφοιτοι των Ανώτερων Ιδιωτικών Δραματικών Σχολών, έλαβε
    χώρα συλλήβδην και μόνο επί τη βάσει του ακαδημαϊκού προσόντος (πτυχίο), δίχως να
    λαμβάνονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο υπόψη μη ακαδημαϊκά προσόντα κτηθέντα σε άλλη
    χώρα της Ένωσης, οι επίμαχες ρυθμίσεις έρχονται σε αντίθεση προς το δευτερογενές
    ενωσιακό δίκαιο.
  3. Εξάλλου, αντίθετη στο δίκαιο της Ενώσεως και δη των ως άνω διακρίσεων του
    Ευρωπαϊκού Χάρτη Εκπαιδεύσεως, είναι και καθ’ αυτή η εξομοίωση των απολυτηρίων
    τίτλων που προβλέπει το προσβαλλόμενο τμήμα του Παραρτήματος ως προσόντων για
    την πρόσβαση και για την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των αποφοίτων των
    13 Όπως ευχερώς προκύπτει από την ανάγνωση και μόνο του άρθρου 16 παρ. 7 Συντάγματος και του
    άρθρου 1 παρ. 1 ν. 1158/1981, τα οποία ουδόλως έρχονται σε αντίθεση αλλά τελούν σε πλήρη αρμονία με
    τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Εκπαιδεύσεως.
    14 Το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος συνιστά ιδιαιτερότητα της ελληνικής συνταγματικής έννομης τάξης
    που δεν παραβιάζει αλλά, αντίθετα, μπορεί να εφαρμοστεί σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, χωρίς να
    μειωθεί το ύψος της συνταγματικής προστασίας των «Ανώτερων» και «Τριτοβάθμιων» Σχολών μέσω
    αδικαιολόγητων και μη σύμφωνων προς το δίκαιο της Ένωσης συμψηφισμών και εξομοιώσεων.

29

Ανώτερων Ιδιωτικών Δραματικών Σχολών στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα.

  1. Για τον λόγο αυτό, η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
(και όσους επιφυλασσόμαστε να προσθέσουμε)

ΖΗΤΟΥΜΕ

  1. Να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη.
  2. Να καταδικαστεί το αντίδικο στην εν γένει δικαστική μας δαπάνη.

Αθήνα, 23.1.2023
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος
ΠΑΝΟΣ ΛΑΖΑΡΑΤΟΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

ΚΑΨΑΛΗ 3 – ΑΘΗΝΑ Τ.Κ. 10674
ΤΗΛ. 210 3620163, Ε: info@lazaratos.gr