Please enable JS

 Τάσος Καρακύκλας: “ΘΥΜΑΜΑΙ…”

Γιατί αποφασίσατε με την Όλγα Ποζέλη να οργανώσετε μια θεατρική περιπατητική performance με τον τίτλο θυμάμαι για τα 100 χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής;

Ήταν εύλογο πως η συμπλήρωση ενός αιώνα από τη Μικρασιατική Καταστροφή θα αποτελούσε το κυρίαρχο αφιερωματικό θέμα των πολιτιστικών οργανισμών, καθώς υπήρξε ένα από τα κορυφαία ορόσημα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Η ηγεσία του ΥΠΠΟΑ όρισε από την αρχή πως το πρόγραμμα “όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός” θα διαπραγματευόταν μια σειρά από ζητήματα που σχετίζονταν με τις πολλαπλές όψεις αυτής της επετείου. Η καταστατική επιλογή να συνδεθεί η σύγχρονη δημιουργία με την ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά μάς ώθησε να σκεφτούμε πέρα από τις καθιερωμένες θεατρικές συμβάσεις, να αξιοποιήσουμε την “ανοιχτότητα” και την πολλαπλότητα του χώρου και να αντλήσουμε τα δομικά υλικά μας από την παράδοση της site-specific performance. Θέσαμε στο επίκεντρο την προσφυγική μνήμη. Επιπλέον μας απασχόλησαν μια σειρά από ερωτήματα: Πώς οι άνθρωποι θυμούνται; Τί πυροδοτεί τη μνήμη; Πώς διαμορφώνεται, πώς αναπλάθεται, πόσο επιλεκτική είναι; Πώς τελικά η μνήμη καθορίζει την ταυτότητά μας και την πορεία μας στον χρόνο; Γιαυτό και η Όλγα Ποζέλη πολύ εύστοχα έδωσε στην performance τον τίτλο “Θυμάμαι”.

Γιατί θελήσατε να γίνει στον εξαιρετικό χώρο της αρχαίας Μεσσήνης;

Η επιλογή του χώρου ορίστηκε από την επιτροπή του ΥΠΠΟΑ. Ωστόσο θεωρούμε ότι αποτελεί πραγματική τύχη η εφαρμογή της ιδέας μας στον άρτια διαμορφωμένο αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης, ένα σύνθετο και εξαιρετικής σημασίας κτιριακό συγκρότημα, που βέβαια, όπως πολλοί ακόμη αρχαιολογικοί χώροι, κυρίως σε αστικά κέντρα, αποτέλεσαν το πεδίο μιας πρώτης εγκατάστασης προσφυγικών πληθυσμών αμέσως μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα. Η ανάμνηση αυτής της πρακτικής “άμεσης ανάγκης” αποτέλεσε και το πρώτο νήμα της σύνδεσης του τώρα με το χτες.

Για ποιους λόγους πιστεύεις ότι πρέπει να δούμε την παράσταση;

Η παράσταση είναι φτιαγμένη με μεράκι και με μια ευρύτερη ανανεωτική διάθεση. Τα υψηλής ευαισθησίας και ποιότητας κείμενα του Σάκη Σερέφα “συνομιλούν” με το πρωτότυπο πραγματολογικό υλικό που αντλήσαμε από σύγχρονες προσφυγικές μαρτυρίες. Οι συνεντεύξεις που πραγματοποιήσαμε χάραξαν τη “νοητή γραμμή” που ενώνει διαφορετικές ιστορικές εμπειρίες, καθιστώντας με αυτόν τον τρόπο τη μικρασιατική προσφυγική εμπειρία ένα σύγχρονο αφήγημα και όχι μια “ιστορία παλιά”. Επιπλέον οι σκηνοθετικές επιλογές επιχειρούν να διεγείρουν την πολυαισθητηριακή πρόσληψη των αφηγήσεων και σε συνδυασμό με την εγγύτητα της επαφής να δημιουργήσουν ένα πρόσφορο έδαφος βίωσης και αναστοχασμού.

Τί είδους διάλογος γίνεται μεταξύ των παραστατικών τεχνών με την πρακτική της πολιτιστικής διαδρομής στο μνημειακό τοπίο;

Στην παράσταση δύο περφόρμερ-ξεναγοί υποδέχονται τους θεατές και τους οδηγούν στο εσωτερικό του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Μεσσήνης. Δημιουργείται ένα παλίμψηστο ιστοριών και αφηγήσεων. Οι αφηγήσεις των περφόρμερ, “το σώμα” των ηχογραφημένων αναμνήσεων μικρασιατών και σύγχρονων προσφύγων που οι θεατές-περιπατητές θα ακούν με τη χρήση ακουστικών, οι εγγεγραμμένες στο τοπίο μνήμες και ιστορίες αιώνων, οι προσωπικές μνήμες και ιστορίες των θεατών, δημιουργούν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον διακείμενο. Οργανώνουμε μια εναλλακτική ξενάγηση που κινείται ανάμεσα στο προσωπικό βίωμα και την συλλογική εμπειρία. Άλλωστε οι άνθρωποι “θυμούνται” πάντα στο πλαίσιο μιας ομάδας.

Πιστεύεις ότι οι καλλιτέχνες μετά από τις κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας θα πρέπει να αλλάξουν τρόπο σκέψης και διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους σε σχέση με το παρελθόν;

Οι επαγγελματίες της τέχνης και του πολιτισμού βιώνουμε διαρκείς κρίσεις όχι μόνο εξαιτίας της φύσης των καλλιτεχνικών επαγγελμάτων, αλλά και επιπλέον λόγω της περιθωριακής θέσης που καταλαμβάνουν στην ελεύθερη αγορά. Η συλλογική αντιμετώπιση και διαχείριση των ζητημάτων που μας απασχολούν, κυρίως μετά την πανδημία, αποτελεί μονόδρομο. Καιρός είναι να τεθούν επί της ουσίας ζητήματα που αποσπασματικά έχουν αντιμετωπιστεί και αφορούν όχι μόνο στην απρόσκοπτη καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και στην περαιτέρω ενίσχυση της ρευστότητας και της εξεύρεσης πόρων που θα την καθιστούν βιώσιμη. Είναι λυπηρό που οι δαπάνες για τον πολιτισμό, όπως και για την παιδεία, αποτελούν ένα μόνο μικρό ποσοστό του ετήσιου προϋπολογισμού. Η συντονισμένη συλλογική αντιμετώπιση οφείλει να διασφαλίσει ταυτόχρονα τα δημιουργικά και επαγγελματικά προαπαιτούμενα, ώστε η τέχνη να αποτελεί ουσιαστικό πυλώνα της σύγχρονης κοινωνίας και να μην περιορίζεται στις εμπορικά επικερδείς και κατεστημένες μορφές της.

Πληροφορίες για την παράσταση “Θυμάμαι”

Array