Ποιο θεωρείς ότι είναι το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς σας ως ηθοποιός;
Όλα τα κομμάτια που συντελούν στο να δημιουργηθεί μια παράσταση είναι απαιτητικά. Δεν θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «δύσκολο» για τη δουλειά μου· δεν με εκφράζει. Χρειάζεται συγκέντρωση, χρειάζεται πειθαρχία και, κυρίως, χρειάζεται σύνθεση. Αυτό το στάδιο —το κομμάτι της σύνθεσης— είναι ίσως και το πιο απαιτητικό. Θέλει τεράστια υπομονή, γιατί πολλά πράγματα «κουμπώνουν» στο τέλος: τα φώτα, η μουσική, οι τελικές ρυθμίσεις που δίνουν στην παράσταση την τελική της μορφή.
Εκεί η πίεση του χρόνου είναι μεγάλη και πρέπει να είσαι πολύ ανοιχτός και υπομονετικός, για να μπορέσεις να ενταχθείς μέσα στο σύνολο που έχουν δημιουργήσει κι άλλοι άνθρωποι. Οι πρόβες από μόνες τους είναι καθαρές – είναι πρόβες. Αλλά όταν φτάσουμε στην τελική σύνθεση, χρειάζονται επιμονή και ψυχραιμία, για να οδηγηθούμε σε ένα πραγματικά καλό αποτέλεσμα.
Πώς προσέγγισες το ρόλο σου σε αυτή την παράσταση;
Δεν έκανα κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνω πάντα στη δουλειά μου. Ξεκινάω με έρευνα: για τον συγγραφέα, για την εποχή, για το γιατί γράφτηκε το έργο και ποιο είναι το θέμα του. Όλα αυτά, φυσικά, σε συνεχή συνεννόηση με τον σκηνοθέτη, που μέσα από τη δική του οπτική κατευθύνει την παράσταση εκεί που θέλει να φτάσει.
Μετά φέρνεις στην πρόβα όλα όσα έχεις βρει και όσα σου ζητά ο σκηνοθέτης, και σιγά σιγά οδηγείσαι στην τελική σύνθεση του ρόλου σου.
Αλλά, για μένα, το πιο σημαντικό από όλα —πάντα— είναι η σχέση με τους συμπαίκτες μου. Το θέατρο είναι ομαδικό άθλημα. Κανείς δεν παίζει μόνος του στη σκηνή. Η επιτυχία για μένα είναι όταν όλοι οι ηθοποιοί παίζουν στην ίδια παράσταση, με την ίδια αντίληψη και τον ίδιο ρυθμό. Κι εκεί ο ρόλος του σκηνοθέτη είναι καθοριστικός: να μπορέσει να ενώσει όλους τους ηθοποιούς σε έναν κοινό τρόπο αφήγησης.
Αυτό είναι που στο τέλος φαίνεται και στο αποτέλεσμα.
Τι σε τράβηξε στο συγκεκριμένο έργο;
Με τράβηξε πρώτα απ’ όλα το ίδιο το θέμα του. Ο Τελευταίος Γιάνγκης του Άρθουρ Μίλλερ, παρότι γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, παραμένει σήμερα εκπληκτικά επίκαιρος. Η κατάθλιψη —το βασικό του θέμα— δεν είναι πια ταμπού. Είναι κάτι που οι άνθρωποι γνωρίζουν, αναγνωρίζουν, συζητούν ανοιχτά και καλούνται να διαχειριστούν στην καθημερινότητά τους. Κι αυτό το κομμάτι του έργου το κάνει να ακουμπάει πολύ πιο άμεσα στο σήμερα.
Εξίσου επίκαιρη είναι και η κοινωνία που περιγράφει ο Μίλλερ: μια βαθιά υλιστική κοινωνία, όπου η αξία του ανθρώπου μετριέται με βάση την επιτυχία, το χρήμα, το αν «έκανες το όνειρο πράξη». Αυτή η πίεση σήμερα είναι ακόμη πιο έντονη. Ζούμε καθημερινά μέσα σε αυτό το κυνηγητό της επιτυχίας και της επιβεβαίωσης.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι το έργο όχι μόνο δεν έχει χάσει την αξία του, αλλά είναι ίσως πιο σύγχρονο και πιο αιχμηρό από τη στιγμή που γράφτηκε.
Σαν να μας κοιτάζει κατάματα και να μας λέει ότι αυτό που ζούσαμε τότε, το ζούμε και τώρα∙ ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν άλλαξε τίποτα ουσιαστικά — αντίθετα, η ζώη έγινε ακόμη πιο έντονη και απαιτητική. Κι αν δεν κάνουμε εμείς κάτι για να την αλλάξουμε, δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει από μόνο της. Την ίδια στιγμή, όμως, νιώθεις και πόσο ανήμποροι είμαστε απέναντι σε ένα σύστημα που ευνοεί αυτούς τους ρυθμούς και αυτές τις συνθήκες.
Ποιες προκλήσεις συνάντησες κατά την προετοιμασία της παράστασης;
Μεγάλη πρόκληση για μένα είναι ο ρόλος που υποδύομαι, η Πατρίσσια, γιατί είναι μια γυναίκα που πάσχει από κατάθλιψη. Είναι παντρεμένη με τον Λιρόη, έχουν επτά παιδιά, τον αγαπάει βαθιά, και όμως έχει φτάσει σε αυτή την κατάσταση καθαρά λόγω των οικονομικών δυσκολιών. Είναι μια γυναίκα ρεαλίστρια, πραγματίστρια∙ ξέρει ότι χωρίς χρήματα δεν μπορείς να επιβιώσεις — πόσο μάλλον όταν έχεις μια τόσο μεγάλη οικογένεια.
Ο Λιρόη, αντίθετα, είναι ένας ρομαντικός άνθρωπος που ζει στη δική του ουτοπία, με μια κοσμοθεωρία όπου οτιδήποτε υλιστικό θεωρείται περιττό. Αυτή είναι και η βασική τους σύγκρουση. Κι αυτή η σύγκρουση είναι που έχει οδηγήσει την Πατρίσσια να βρεθεί για τρίτη φορά σε ψυχιατρική κλινική, νοσηλευόμενη λόγω κατάθλιψης.
Είναι δύο κόσμοι που, παρότι συνδέονται με βαθιά αγάπη, δυσκολεύονται να συναντηθούν, γιατί δεν συμφωνούν στα πρακτικά ζητήματα της ζωής. Αυτό το χάσμα είναι και ο μεγάλος άξονας του ρόλου και η κύρια πρόκληση για μένα.
Τι θα θέλατε να κρατήσουν οι θεατές μετά την παράσταση;
Νομίζω ότι η παράσταση λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης μπροστά στην κοινωνία στην οποία ζούμε. Οι θεατές ίσως αναγνωρίσουν κομμάτια του εαυτού τους, έρθουν σε επαφή με προσωπικά τους ζητήματα ή ακόμα μπορεί και να ταυτιστούν με τις καταστάσεις και τους ρόλους που παρουσιάζονται στη σκηνή. Με αυτόν τον τρόπο, η παράσταση προσφέρει μια ευκαιρία να δούμε τους εαυτούς μας μέσα σε αυτό που συμβαίνει γύρω μας.
Και βέβαια, μέσα σε όλα αυτά, το χιούμορ παίζει καθοριστικό ρόλο. Βοηθάει πάντα όταν διαπραγματεύεσαι τόσο σοβαρά θέματα. Η παράστασή μας, άλλωστε, έχει ως υπότιτλο «μια κωμωδία για μια τραγωδία». Όσα διαπραγματεύονται αντιμετωπίζονται με χιούμορ, γιατί χωρίς αυτό δεν μπορείς να διαχειριστείς τη ζωή, ειδικά σήμερα.
Πληροφορίες για την παράσταση:
Το Art and Press δημιουργήθηκε με σκοπό την πολιτική, πολιτιστική και πολύπλευρη ενημέρωση των πολιτών. Πίσω από τη λειτουργία του Art and Press υπάρχει μία ομάδα «ανήσυχων» ανθρώπων, που προέρχονται από διάφορους κοινωνικούς χώρους, στους οποίους προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν εθελοντικά όπου και όσο μπορούν. Η κοινή αγάπη των μελών της ομάδας μας για την πολιτική, τον πολιτισμό και γενικά την ενημέρωση, είναι η κινητήρια δύναμη για την παρακολούθηση, καταγραφή και παρουσίαση σε όλους εσάς, όσων συμβαίνουν. Δεν μας καθοδηγεί κανείς, δεν μας χρηματοδοτεί κανείς και ως εκ τούτου παραθέτουμε τα γεγονότα όπως ακριβώς λαμβάνουν χώρα. Η πορεία του Art and Press είναι συνεχόμενα και ραγδαία ανοδική όσον αφορά την προσέλκυση επισκεπτών / αναγνωστών τόσο στην κύρια ιστοσελίδα όσο και στο κανάλι του Youtube.