Πώς προέκυψε η συνεργασία σου με τον Γιώργο Καραμίχο;
Τον Γιώργο τον γνώρισα πριν δύο χρόνια. Εκείνη την περίοδο δούλευα με τη Λυδία Γεωργανά (casting director και acting coach) σκηνές από ταινίες και θεατρικά έργα για εξάσκηση και έρευνα. Η Λυδία έχει έναν χαλαρό τρόπο να καλλιεργεί τη δημιουργικότητα, αφού κι η ίδια άλλωστε έχει πραγματική λαχτάρα για τη δουλειά της.
Σε μία από αυτές τις συναντήσεις κάλεσε τον Γιώργο Καραμίχο να δει τη δουλειά μας, αφήνοντάς του την ελευθερία να παρέμβει. Ο Γιώργος μπήκε στη διαδικασία και σε σύντομο χρόνο με καθοδήγησε με απίστευτη ακρίβεια να ανακαλύψω κι άλλες ποιότητες του ρόλου και να βρω μεγαλύτερο βάθος στη σκηνή που δούλευα τόσο καιρό.
Μερικούς μήνες μετά, χωρίς να έχουμε μιλήσει ξανά, ήρθε η πρόταση να συμμετάσχω στη νέα του δουλειά. Ο ενθουσιασμός μου ήταν τεράστιος, δεν είχα φανταστεί ότι εκείνη η μικρή συνάντηση θα οδηγούσε σε συνεργασία. Ο Γιώργος μου ζήτησε να διαβάσω πρώτα το κείμενο της παράστασης πριν του απαντήσω. Και πολύ σωστά έκανε, γιατί αν ο ενθουσιασμός μου για τον σκηνοθέτη ήταν μεγάλος, διαβάζοντας τον ΕΥΓΕΝΙΟ γιγαντώθηκε. Μια ιστορία γεμάτη συναισθήματα, συμβολισμούς και σύνθετες οικογενειακές σχέσεις. Τι άλλο να ζητήσει ένας ηθοποιός; Το μόνο που μπορούσα να πω ήταν: ναι, Ναι, ΝΑΙ!
Ο ρόλος σου, ο Σίμος, είναι γεμάτος ένταση και συναισθηματικές αντιθέσεις. Πώς τον προσέγγισες υποκριτικά;
Ο Σίμος είναι ένας άνθρωπος που νιώθει πολλά, αλλά δεν τα αφήνει να φανούν. Είναι έξυπνος, ψύχραιμος, αλλά μέσα του μαίνεται μια μεγάλη θύελλα ερωτημάτων. Έχει αποφασίσει να “βάλει σε τάξη” το πένθος του και να το ελέγξει έχοντας κλειδώσει τα συναισθήματά του σε ένα προσωπικό καταφύγιο γεμάτο ρωγμές που απειλεί να σπάσει.
Από την πρώτη ανάγνωση βρήκα ομοιότητες και διαφορές μας. Με μάγεψε, ειδικά στις σιωπές του, γεμάτες σιωπές. Με τρόμαξε κιόλας για το αν θα μπορέσω να τον φέρω στη σκηνή. Ευτυχώς υπήρχε ο Γιώργος Καραμίχος, που με τη μέθοδό του και τη σκηνοθεσία του, ξεκάθαρη και απαιτητική, μας βοήθησε να βουτήξουμε βαθιά μέσα στους χαρακτήρες.
Όσο δουλεύαμε, τόσο ο Σίμος άρχιζε να παίρνει μορφή. Στην αρχή σαν να στεκόταν δίπλα μου και να με καθοδηγεί, έπειτα σιγά σιγά σαν να με γεμίζει. Μέχρι που φτάσαμε να “χορεύουμε” μαζί στη σκηνή. Έτσι τον αισθάνομαι τώρα, σαν ένα φάντασμα που με δανείζεται για να πει την ιστορία του.
Πώς βιώνεις αυτή τη συνεργασία στη σκηνή;
Δεν έχω ξαναδουλέψει έτσι. Για μένα ο τρόπος δουλειάς του Γιώργου είναι η ουσία της δημιουργικότητας: απόλυτη συγκέντρωση και λεπτομέρεια σε κάθε στοιχείο της παράστασης. Όλα δουλεύονταν μαζί: κείμενο, χαρακτήρες, σκηνοθεσία, σκηνογραφία, ρούχα, κίνηση. Το έργο άλλαζε καθημερινά, δόμηση και αποδόμηση, χτίσιμο και γκρέμισμα. Και με κάθε νέο χτίσιμο και κάτι καινούριο και πιο βαθύ.
Και όπως στις πρόβες, έτσι και στις παραστάσεις: μετά το πρώτο κουδούνι ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ξεκινά να χτίζεται για να γκρεμιστεί μετά το τελευταίο χειροκρότημα. Έτσι είναι ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ, φτιαγμένος για να γεννιέται και να πεθαίνει κάθε βράδυ.
Αν έπρεπε να περιγράψεις τον «Ευγένιο» με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν;
Ευθύνη. Αλήθεια. Κάθαρση.
Ο Ευγένιος για μένα είναι έργο ενηλικίωσης, μια αναμέτρηση με τις ευθύνες μας, με τις πράξεις που μας έφεραν ως εδώ. Μιλάει για την απώλεια με έναν τρόπο που σε ξεβολεύει και έτσι μπορεί και αγγίζει τον καθένα διαφορετικά. Εμένα μου θυμίζει κάθε μέρα τη δική μου ευθύνη στη ζωή.
Μιλάει για το θάνατο, το πένθος, την απώλεια… βαριά θέματα. Αλλά έχει και χιούμορ και ειλικρίνεια. Όπως η ζωή: ανακούφιση στο κλάμα και δάκρυ στο γέλιο.
Είναι ένα έργο που φτάνει στην κάθαρση. Οι ήρωες αλλάζουν και μαζί ελπίζουμε να μετακινείται και κάτι μικρό μέσα στους θεατές. Δεν θα αλλάξει ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ τον κόσμο, αλλά ίσως του ψιθυρίσει στο αυτί κάτι προσωπικό.
Τι ελπίζεις να πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση;
Έμπνευση. Πάντα ελπίζω στην έμπνευση.
Μια σπίθα για να σκεφτούμε, να γράψουμε, να χορέψουμε, να ζητήσουμε συγγνώμη ή να πούμε ένα “σ’ αγαπώ”.
Ποια είναι, κατά τη γνώμη σου, η μεγαλύτερη πρόκληση στο να μεταφέρεις ένα τόσο ευαίσθητο θέμα στη σκηνή;
Το να μην πέσουμε στην παγίδα του “δράματος για το δράμα”.
Δεν ήρθαμε να δείξουμε πόσο καλά μπορούμε να κλάψουμε. Η ουσία είναι η ιστορία του έργου, όχι ο ηθοποιός. Αν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, το κοινό δεν βλέπει εμάς, βλέπει την ανθρώπινη πλευρά της απώλειας. Εκεί βρίσκεται η συγκίνηση.
Είσαι στις παραστάσεις της Κάρμεν Ρουγγέρη μερικά χρόνια. Τι σε εντυπωσιάζει περισσότερο στον τρόπο που εκείνη αφηγείται τους μύθους;
Η πρώτη παράσταση που θυμάμαι σαν παιδί ήταν της κυρίας Κάρμεν. Ήμουν πέντε χρονών και θυμάμαι ακόμα πόσο είχα μαγευτεί. Για καιρό κάθε πρωί ξεφύλλιζα το πρόγραμμα της παράστασης σαν να ξαναζούσα μέσα σε αυτό το μαγικό κόσμο που έμοιαζε τόσο αληθινός.
Κι αυτό συνεχίζει και κάνει η κυρία Κάρμεν. Κάθε εικόνα στην παράσταση είναι μια ζωντανή ζωγραφιά και τα παιδιά μπαίνουν σε αυτόν το μαγικό κόσμο γιατί κι εκείνη βλέπει την παράσταση σαν παιδί, ενθουσιάζεται και συγκινείται σαν παιδί, κι έτσι κρατάει το ενδιαφέρον και την αγάπη των παιδιών.
Τα παιδικά θέατρα έχουν άλλο ρυθμό και ενέργεια. Πώς προετοιμάζεσαι για ένα κοινό γεμάτο παιδιά;
Το θέατρο, όποιο κι αν είναι το κοινό, χρειάζεται ρυθμό και ενέργεια. Εμείς, οι ηθοποιοί, κρατάμε ζωντανή τη δράση για το κοινό. Τα παιδιά είναι ένα απαιτητικό κοινό γιατί είναι γεμάτα ειλικρίνεια. Αν κάτι δεν τους αρέσει θα το δείξουν. Ίσως κι εμείς οι μεγάλοι να έπρεπε να το κάνουμε αυτό πιο συχνά.Όπως λέει η κυρία Κάρμεν, στο θέατρο για παιδιά πρέπει να παίζεις όσο καλά παίζεις και στο θέατρο για μεγάλους ή και πιο καλά.
Εγώ για τα παιδιά προετοιμάζομαι όπως και σε κάθε άλλη παράσταση, προσπαθώντας να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό, αλλά και με μία επιπλέον ευχή: να καταφέρουμε να εμπνεύσουμε έστω και ένα παιδί να αγαπήσει την τέχνη και το θέατρο.
Πώς από τη βιολογία αποφάσισες να πας στο θέατρο;
Αν είχαμε σωστό επαγγελματικό προσανατολισμό, δεν θα είχα πάει ποτέ στη βιολογία.
Στο σχολείο η βιολογία ήταν το αγαπημένο μου μάθημα, αλλά αφού πέρασα στο πανεπιστήμιο… απομυθοποίηση. Πολλή βιβλιογραφία και πολλή γραφειοκρατία, αν κάποιος μου είχε δώσει να καταλάβω πως θα ήταν, ίσως να είχα γλιτώσει κάποιο χρόνο.
Αυτό που έψαχνα στη βιολογία το βρήκα στη σκηνή, ο άδειος μαύρος χώρος όπου γεννιέται και πεθαίνει μια ζωή μπροστά στα μάτια μας. Αυτή την ποίηση έψαχνα στη βιολογία και τη βρήκα στο θέατρο.
Κι όταν με ρωτούν γιατί άφησα τη βιολογία “αφού το θέατρο δεν έχει λεφτά”, γελάω. Ποιος έχει δει πλούσιο βιολόγο στην Ελλάδα; Δεν είναι ότι άφησα μια καλοπληρωμένη δουλειά για κάτι χειρότερο. Έψαξα απλώς που νιώθω εγώ πιο ευτυχισμένος και γεμάτος.
Παρεμπιπτόντως, αν σε αυτή τη χώρα θέλουμε περισσότερους επιστήμονες, καλό θα ήταν πρώτα να μάθουμε τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι στη δουλειά τους και να καταλάβουμε ότι η έρευνα δεν είναι αυτοχρηματοδοτούμενη.
Πληροφορίες για τις παραστάσεις που παίζει ο Χάρης Ηλιάδης:
Το Art and Press δημιουργήθηκε με σκοπό την πολιτική, πολιτιστική και πολύπλευρη ενημέρωση των πολιτών. Πίσω από τη λειτουργία του Art and Press υπάρχει μία ομάδα «ανήσυχων» ανθρώπων, που προέρχονται από διάφορους κοινωνικούς χώρους, στους οποίους προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν εθελοντικά όπου και όσο μπορούν. Η κοινή αγάπη των μελών της ομάδας μας για την πολιτική, τον πολιτισμό και γενικά την ενημέρωση, είναι η κινητήρια δύναμη για την παρακολούθηση, καταγραφή και παρουσίαση σε όλους εσάς, όσων συμβαίνουν. Δεν μας καθοδηγεί κανείς, δεν μας χρηματοδοτεί κανείς και ως εκ τούτου παραθέτουμε τα γεγονότα όπως ακριβώς λαμβάνουν χώρα. Η πορεία του Art and Press είναι συνεχόμενα και ραγδαία ανοδική όσον αφορά την προσέλκυση επισκεπτών / αναγνωστών τόσο στην κύρια ιστοσελίδα όσο και στο κανάλι του Youtube.