Κοιτάζοντας το βιογραφικό σου, συνειδητοποιεί κανείς ότι έχεις μια πολυσύνθετη σχέση με το θέατρο. Τελικά τι σημαίνει θέατρο για σένα;
Στη ζωή, κυκλωνόμαστε από χρόνο. Τον μετράμε και μας μετράει. Στη φυσική ο χρόνος είναι ένας κανόνας: οι ώρες που προηγούνται από εμάς και οι ώρες που έπονται, που θα ακολουθήσουν όταν εμείς δε θα είμαστε εδώ. Οι ώρες που περιμένουμε να έρθει ό,τι ποθούμε, οι ώρες που τρέχουν όταν το ζούμε και οι ώρες που μας γδέρνουν απέριττα όταν βιώνουμε την ένωση. Ο χρόνος πετάει, κλωθογυρνάει ή σέρνεται, δηλώνει αέναα κάθε φορά τι σημαίνει ανεξαρτησία, ελευθερία από ανθρώπινες δράσεις και επιρροές. Αυτό ίσως είναι και το μέτρο του αντικειμενικού. Σε μια παράλληλη πορεία κινείται ο καιρός, σύμφωνα με την αρχαία ρητορική, ο θεός της κατάλληλης στιγμής, τότε που αναδύονται τα νοήματα, οριοθετούνται οι ισορροπίες δυνάμεων, οι λέξεις επενδύονται με νέα νοήματα, ή ανακαλύπτονται λησμονημένες ετυμολογίες τους, ενεργοποιούνται τα σώματα διαλεκτικά. Ο καιρός γεννάει τη ροή και αναδεικνύει τα σημεία μες στη ροή, γνωρίζει άπταιστα την τέχνη της υπογράμμισης, με τρόπο λεπτό ή και πιο αιχμηρό, είναι μια τούφα χορταράκι στο τείχος, η υπόσχεση του διαφορετικού μες στην αδυσώπητη συνέχεια. Ο καιρός είναι σαν τον τρελό της Ταρό. Ακροβατεί στο χείλος του γκρεμού τραντάζοντας με τα γέλια του το σύμπαν ενώ πίσω του χάσκει ορθάνοιχτο το στόμα του κροκόδειλου. Αντίθετα με τον χρόνο που απεικονίζεται με μια παρέλαση οργανωμένη και τακτική, ο Καιρός είναι μια μπούκλα μαλλιά που ανεμίζουν και χρειάζεται επιτελικό σχέδιο για να τα αιχμαλωτίσεις, το ξόδεμα της μέγιστης ενέργειας για ένα ζήτημα ασήμαντο από το οποίο κρέμεται η τύχη του σύμπαντος. Το θέατρο λοιπόν για μένα είναι η παντοδυναμία του χρόνου ζυγιασμένη με έναν μετρονόμο φτιαγμένο από καιρό∙ είναι η αποθέωση της ζωής που καθρεφτίζεται στα μάτια των νεκρών που απαιτούν θύμηση∙ η μόνη ελπίδα του μεγάλου έρωτα να ξεφύγει από το ρομαντικό-ριζοσπαστικό πλαίσιο και να γίνει πραγματικά τραγικός, δηλαδή βαθύτατα παράλογος. Και τέλος, να καταργηθεί το τελευταίο στεγανό της ένωσης ψυχολογίας και ορθολογισμού: το γυμνό σώμα να μην ανήκει στον ερμηνευτή αλλά στον ρόλο, όπως τραγουδούσε και ο Αισχύλος στην πάροδο του Αγαμέμνονα, το μανιφέστο της απλότητας για την τέχνη του θεάτρου μέσα στους αιώνες.
Και κάτι άλλο, θέατρο… η διπλή συνείδηση του ερμηνευτή– το απόλυτο χάσιμο μέσα στη δράση, η μάσκα… και ο απόλυτος έλεγχος των εκπαιδευμένων αντανακλαστικών, ο τεχνίτης… ή διαφορετικά ο χώρος όπου ανθεί η ύλη του πνευματικού.
Έχεις μια εξαιρετικά επιτυχημένη καριέρα στις μεταφράσεις και στις διασκευές σε άπειρα θεατρικά έργα. Γιατί αποφάσισες από πέρσι να ασχοληθείς με την σκηνοθεσία;
Με τη σκηνοθεσία η σχέση μου ξεκινάει πολύ πιο πριν από ό,τι με τη μετάφραση και με την υποκριτική ακόμα πιο παλιά. Ήμουν βοηθός του Τάσου Μπαντή στο θέατρο Εμπρός για δύο χρόνια και μετά σπούδασα σκηνοθεσία θεάτρου στην Αγγλία και από τότε σκηνοθετώ έργα σε απόσταση τριών ετών το ένα από το άλλο. Για μένα η σκηνοθεσία είναι μια σύνθετη γλώσσα, που πρέπει να έχω λόγο να εκφραστώ με όλες της τις παραμέτρους για να αποφασίσω να μπω στο παιχνίδι της. Αυτή τη φορά, ήθελα να διερευνήσω την εφήμερη διάσταση του φύλου, τις μεταμορφώσεις του σώματος και πόσο αυτές μπορούν να ανθίσουν ή να καταρρακωθούν κόντρα ή σε συνύπαρξη με το κτήνος της συνήθειας που είναι η αγάπη. Αυτή μου η ανάγκη υπαγόρευσε μια τετραλογία στην οποία βρίσκομαι στη μέση: Το fucking men, για τη μεγαλοφυΐα του τετριμμένου, το ο Τρίτος είναι πιο γλυκός, για το πόσο μακριά μας φέρνει το κοντά, το Vertigo, για το πώς στη σκέψη μας αναπνέουν μαζί το κάλλος και το καλό, και τέλος το Nymphomaniac, για το πόσο καταστροφική είναι η αθωότητα… τόσο καταστροφική που μπορεί να καταστρέψει την ίδια την καταστροφή. Όσο ζεις, μαθαίνεις τα εκτιμάς τα αυτονόητα… τα μεγάλα και τα σημαντικά γεγονότα δεν είναι η κατάκτηση του Μάτσου Πίτσου, ή το απόλυτο δόσιμο, όχι, είναι μετά από τριάντα χρόνια φιλίας μία στιγμή μέσα στις άλλες, όταν ο ένας πάει να χασμουρηθεί και ο άλλος με ανοίγεται με όλους του τους πόρους, και νιώθουν γαλήνη χωρίς να το ξέρουν. Ή αλλιώς ο ένας να απλώνει το χέρι και ο άλλος να είναι ο αέρας που το διασχίζει και το σύμπαν να αλλάζει.
Μίλησέ μας για την τωρινή παράσταση, που ετοιμάζεις «Ο τρίτος είναι πιο γλυκός». Τι σε ώθησε να καταπιαστείς με το συγκεκριμένο κείμενο σκηνοθετικά;
Από τη μία ήθελα να δοκιμαστώ σε ένα στοίχημα. Η γαλλική κωμωδία πάντα θεωρείται πως είναι κάτι ανάλαφρο, ο αφρός της σαμπάνιας. Η αμερικανική φάρσα αντιθέτως θεωρείται πως βασίζεται στον χονδροειδή νατουραλισμό της και το γκροτέσκο των χαρακτήρων της. Πώς θα ήταν τρεις ηθοποιοί γυμνασμένοι στο σύμπαν της σλαπστικ κωμωδίας να εισβάλλουν στον κόσμο του Λαμπίς, της γαλλικής φάρσας του δεκάτου ενάτου αιώνα. Και τι έχει όλο αυτό να πει στη σύγχρονη ευαισθησία; Επίσης το μαθηματικό παιχνίδι, όπου ο καθένας ηθοποιός παίζει σε ένα έργο με τρία τρίγωνα από τρεις χαρακτήρες, οι οποίοι συνυπάρχουν στη σκηνή, αυτό το χάος με τις άπειρες κωμικές δυνατότητες, υπήρξε κάτι ιδιαίτερα ελκυστικό. Την ιδέα την είχα χρόνια στο μυαλό μου αλλά περίμενα να βρεθούν οι ηθοποιοί και οι συνθήκες που θα επέτρεπαν την υλοποίηση της. Ο Γιώργης Παρταλίδης, ο Βλάσσης Χρυσικόπουλος και ο Γιώργος Καφετζόπουλος ήταν ιδανικοί συνταξιδιώτες σε αυτή την πορεία.
Περιέγραψέ μας τους ήρωες του έργου.
Από τη μία υπάρχει ο Αλφόνς Μαρζαβέλ, ο ιδιοκτήτης ενός εξοχικού μεγάρου κάπου στην Ινδονησία. Είναι αδηφάγος και απόλυτα ερωτευμένος με τη δεύτερη του σύζυγο, την Ερμάνς, που κατά έναν περίεργο τρόπο είναι ίδια με την πρώτη κυρία Μαρτζαβέλ, την Μελανί, που απεβίωσε πριν από ένα χρόνο υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Μαζί τους κατοικεί ο Ερνέστ, καλύτερος φίλος του κυρίου και της κυρίας, εραστής περιωπής που όλοι τον θεωρούν αγαθό, περιορισμένης ευφυΐας και ακόμα πιο περιορισμένων ευθυνών. Καθώς το έργο διαδραματίζεται την ημέρα της ονομαστικής εορτής του Μαρζαβέλ, έρχεται να τον επισκεφτεί ένας γέρος φίλος του, ο Ζομπλάν, που είχε παράνομη σχέση με τη Μελανί, και η ανιψιά του η Μπερτέ, που θέλει να παντρευτεί με τον Ερνέστ αλλά ερωτοτροπεί με όλους, ως ηδυπαθής νεαρά που είναι. Την παρέα συμπληρώνει, η Πετούνια, υπηρέτρια με έφεση στους πυροσβέστες, και ένα ζευγάρι αντίζηλων υπηρετών από το Τζιμπουτί, ο Μόμο και η Τσούτσι.
Τελικά ηθοποιός, μεταφραστής, συγγραφέας ή σκηνοθέτης. Σε ποιά απ‘ όλες τις ιδιότητές σου αισθάνεσαι πιο κοντά;
Και δάσκαλος σε δραματικές σχολές, επίσης. Μια ιδιότητα που τελικά φιλτράρει και ανασυνθέτει κάθε διάσταση της σχέσης μου με το θέατρο. Η υποκριτική μεθοδολογικά είναι η ελεύθερη ανάδυση μιας σειράς μη εφικτών επιλογών, η οποία θα οδηγήσει στην ανάδειξη της μίας πραγματικής υλοποίησης – ερμηνείας. Το βασικό υλικό της υποκριτικής λοιπόν έχει να κάνει με το δημιουργικό λάθος που αφήνεται ο κάθε ηθοποιός να διαπράξει και ίσως διατίθεται να το αφήσει να μεγεθυνθεί σε έγκλημα. Εδώ θα μπορούσε κανείς να πει, πως το λάθος και το μυστικό δε διδάσκονται – αυτό που διδάσκεται είναι η στρατηγική και οι τακτικές (στανισλαβσκικά) ή οι ανάσες (α λα ντεκρού) που θα σε οδηγήσουν στο να παράξεις (ή να παραχαράξεις) τα δικά σου μυστικά. Ζώντας μεταμορφωνόμαστε και ετούτες οι μεταμορφώσεις γίνονται αφηγήσεις όπου το παράξενο γίνεται οικείο, το αβέβαιο επιθυμητό, το αναπάντεχο κανονικό. (χωρίς να υποβιβάζονται). Έτσι οι εμπειρίες μας γίνονται συλλογικές. Τα πάντα στο θέατρο γίνονται για να στηρίζουν την επικοινωνία του ηθοποιού με τον θεατή, άρα η λειτουργία που με συναρπάζει πιο πολύ είναι η ποιητική – ρυθμολογική και η ιδιότητα αυτή του αποκωδικοποιητή.
Tι πιστεύεις για την Ελλάδα του 2019;
Πιστεύω περισσότερο στις πόλεις και τους χώρους πάρα στα κράτη και τις ενώσεις τους. Έχει ενδιαφέρον πάντως που η ερώτηση αφορά έναν χρόνο που φεύγει κι όχι έναν που μπαίνει. Η Ελλάδα του 2019 είναι στιγμή όπου επανεφευρίσκονται οι ανθρώπινες σχέσεις: οι μικρές αποστάσεις γίνονται τεράστιες και οι τεράστιες ελάχιστες. Η ανάγκη να αποδειχθούν τα αυτονόητα για να μπορούν να καταργηθούν αμέσως μετά είναι πλέον σαρωτική. Όπως και η μανία να ασκηθεί κριτική προς όλες τις κατευθύνσεις. Από την άλλη, η γαστρονομία ανθεί και η αυτόνομη έκφραση έχει διαχωριστεί τέλεια από την ειδοποιό θλίψη: τι πιο ευοίωνο!
Συνέντευξη των ηθοποιών Γ. Καφετζόπουλου – Γ. Παρταλίδη – Β. Χρυσικόπουλου
Λίγες από τις φετινές δουλειές σε θέατρα του Αντώνη Γαλέου:
Μεταφράσεις: Και δεν έμεινε κανείς
Ο απρόσκλητος επισκέπτης της Agatha Christie,
Κουταλένια του Lee Hall,
Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι του Tennessee Williams,
Αγγελοι στην Αμερική του Tony Kushner,
Προσοχή ο φίλος δαγκώνει της Carole Greep,
To Ποτάμι του Jezz Butterworth,
Ο τρίτος είναι πιο γλυκός των Labiche – Gondinet,
Χάρολντ και Μοντ του Colin Higgins,
Μηχανή Τούρινγκ: Το παιχνιδι της Μίμησης του Benoit
Soles, 20 Νοέμβρη του Lars Noren.
Σκηνοθεσίες: Ο τρίτος είναι πιο γλυκός των Labiche – Gondinet, Afterglow
του Asher Gelman
Διασκευή: Δεσμώτης του Ιλίγγου των Boileau-Narcezac
Πληροφορίες για την παράσταση “Ο ΤΡΙΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΓΛΥΚΟΣ” στο Θέατρο Μεταξουργείο ΕΔΩ
Το Art and Press δημιουργήθηκε με σκοπό την πολιτική, πολιτιστική και πολύπλευρη ενημέρωση των πολιτών. Πίσω από τη λειτουργία του Art and Press υπάρχει μία ομάδα «ανήσυχων» ανθρώπων, που προέρχονται από διάφορους κοινωνικούς χώρους, στους οποίους προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν εθελοντικά όπου και όσο μπορούν. Η κοινή αγάπη των μελών της ομάδας μας για την πολιτική, τον πολιτισμό και γενικά την ενημέρωση, είναι η κινητήρια δύναμη για την παρακολούθηση, καταγραφή και παρουσίαση σε όλους εσάς, όσων συμβαίνουν. Δεν μας καθοδηγεί κανείς, δεν μας χρηματοδοτεί κανείς και ως εκ τούτου παραθέτουμε τα γεγονότα όπως ακριβώς λαμβάνουν χώρα. Η πορεία του Art and Press είναι συνεχόμενα και ραγδαία ανοδική όσον αφορά την προσέλκυση επισκεπτών / αναγνωστών τόσο στην κύρια ιστοσελίδα όσο και στο κανάλι του Youtube.